28.6.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 227/63


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέματα

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών)· του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων)· του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών)· του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 345/2013 σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου· του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 346/2013 σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας· του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων· του κανονισμού (ΕΕ) 2015/760 σχετικά με τα ευρωπαϊκά μακροπρόθεσμα επενδυτικά κεφάλαια· του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοοικονομικά μέσα και χρηματοοικονομικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων· και του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1129 σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή κατά την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά»

[COM(2017) 536 final — 2017/0230 (COD)],

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και της οδηγίας 2009/138/ΕΚ σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II)»

[COM(2017) 537 final — 2017/0231 (COD)]

και

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου»

[COM(2017) 538 final — 2017/0232 (COD)]

(2018/C 227/09)

Εισηγητής:

ο κ. Daniel MAREELS

Αίτηση γνωμοδότησης

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, COM(2017) 538 final: 23.10.2017, COM(2017) 536 final: 22.11.2017 και COM(2017) 537 final: 29.11.2017

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, COM(2017) 538 final: 26.10.2017, COM(2017) 536 final: 16.11.2017 και COM(2017) 537 final: 16.11.2017

Νομική βάση

Άρθρα 114 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αρμόδιο τμήμα

Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή

Υιοθετήθηκε από το τμήμα

29.1.2018

Υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια

15.2.2018

Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

532

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

156/0/5

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προτάσεις της Επιτροπής και υποστηρίζει πλήρως τους επιδιωκόμενους στόχους για εμβάθυνση της εποπτείας στην Ένωση Κεφαλαιαγορών Οι προτάσεις αυτές σηματοδοτούν, αφενός, ένα νέο σημαντικό βήμα στις προσπάθειες που αποσκοπούν στην ενίσχυση της ολοκλήρωσης και της σύγκλισης μέσω της διεύρυνσης της ολοκληρωμένης εποπτείας στο πλαίσιο της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και, αφετέρου, συμβάλλουν στην υλοποίηση ευρύτερων στόχων.

1.2.

Καταρχάς, παρέχουν νέα στοιχεία για την οικοδόμηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών εντός της ΕΕ, η ταχεία υλοποίηση της οποίας είναι ιδιαίτερα επιθυμητή. Από την πλευρά της, η Ένωση Κεφαλαιαγορών, μαζί με την Τραπεζική Ένωση, θα συμβάλει στην περαιτέρω εμβάθυνση και ολοκλήρωση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ). Γενικότερα, όλα τα παραπάνω θα συμβάλουν επίσης στην ενίσχυση της θέσης της ΕΕ και των κρατών μελών σε ένα μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον.

1.3.

Δεν πρέπει να υποτιμάται η αξία της εύρυθμης λειτουργίας της Ένωσης Κεφαλαιαγορών με δεδομένο ότι μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διασυνοριακή κατανομή των κινδύνων από τον ιδιωτικό τομέα. Με τον τρόπο αυτό τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στους ασύμμετρους κλυδωνισμούς σε περιόδους κρίσης. Η επίτευξη ενός τέτοιου στόχου απαιτεί οι αγορές αυτές να είναι ασφαλείς, σταθερές και ανθεκτικές στις αναταράξεις. Θεμελιώδη ρόλο, από την άποψη αυτή, διαδραματίζει η πιο ολοκληρωμένη εποπτεία, τόσο σε μικροπροληπτικό όσο και σε μακροπροληπτικό επίπεδο.

1.4.

Συνεπώς, θεωρείται υψίστης και πρωταρχικής σημασίας να συνεχίσει να ανοίγει ο δρόμος για την αύξηση των διασυνοριακών συναλλαγών στην αγορά, οι οποίες θα πρέπει να μπορούν να υλοποιούνται χωρίς εμπόδια, κωλύματα και ανισότητες σε εθνικό και σε άλλα επίπεδα, καθώς και με χαμηλότερο κόστος. Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, εντός των οποίων δεν έχει θέση το ρυθμιστικό αρμπιτράζ. Οι επιχειρήσεις πρέπει να είναι σε θέση να αξιοποιούν τις ευκαιρίες χρηματοδότησης με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και ευκολία, επωφελούμενες από τη μείωση του κόστους και του διοικητικού φόρτου που αντιμετωπίζουν.

1.5.

Από την πλευρά τους, οι καταναλωτές και οι επενδυτές πρέπει να διαθέτουν ευρύτερο φάσμα και καλύτερη ποιότητα επιλογών, καθώς και μεγαλύτερη προστασία. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, αυτό τελικά σημαίνει ότι στόχο για όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των εποπτικών αρχών, πρέπει να αποτελεί η ενίσχυση της «εμπιστοσύνης» στις αγορές. Η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί επίσης να ενισχυθεί μέσω προσπαθειών για τη διασφάλιση πιο βιώσιμης χρηματοδότησης, σύμφωνα με τις πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί και τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί στη διεθνή σκηνή. Η προσέγγιση αυτή πρέπει να αντικατοπτρίζεται επίσης στον τομέα της εποπτείας.

1.6.

Το νέο περιβάλλον όσον αφορά την επιτήρηση πρέπει να χαρακτηρίζεται από τη συνεχή αναζήτηση της μέγιστης σαφήνειας και της ασφάλειας δικαίου για όλους. Στόχος είναι να επιτευχθεί η σωστή ισορροπία στην κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εθνικών και των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και, στο μέτρο του δυνατού, να εφαρμοστούν οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, ιδίως κατά την παρούσα φάση εφαρμογής της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και προς το συμφέρον της πολυμορφίας των παραγόντων της αγοράς, ιδίως των μικρότερων. Το ίδιο ισχύει και για τις τοπικές δραστηριότητες. Παράλληλα, υπάρχει ανάγκη αντιμετώπισης των ασαφειών, των αλληλεπικαλύψεων και άλλων καταστάσεων στον τομέα της εποπτείας που παρεμποδίζουν ή παρακωλύουν σοβαρά την επίτευξη αυτής της Ένωσης.

1.7.

Πρέπει επίσης να σκεφτόμαστε το μέλλον, ώστε οι νέες εξελίξεις και οι σύγχρονες τεχνολογίες, όπως η χρηματοοικονομική τεχνολογία, να μπορούν, υπό ισότιμους όρους ανταγωνισμού για όλους τους φορείς, να τυγχάνουν επίσης ορθής και ασφαλούς εφαρμογής στο χρηματοοικονομικό περιβάλλον.

1.8.

Κατά την εφαρμογή της ολοκληρωμένης εποπτείας, πρέπει να επιδιωχθεί η σύγκλιση και η εναρμόνιση και, στο πλαίσιο αυτό, πρωταρχικής σημασίας θα πρέπει να είναι η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα, σύμφωνα με την προσέγγιση REFIT. Η ενίσχυση της ικανότητας των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών να διεξάγουν τις δικές τους αξιολογήσεις επιπτώσεων μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη από την άποψη αυτή. Παράλληλα, πρέπει να λαμβάνεται ευρέως υπόψη και το ζήτημα του κόστους. Όταν μέρος του κόστους επιβαρύνει άμεσα τον ιδιωτικό τομέα, πρέπει να διασφαλίζεται η δημοσιονομική πειθαρχία και η αποφυγή της διπλής φορολογίας. Οι ενδεχόμενες αλλαγές πρέπει να πραγματοποιούνται με διαφάνεια και, σε κάθε περίπτωση, συνιστάται επαρκής έλεγχος επί των συνολικών πόρων. Σε αυτό, θα πρέπει να συνδεθεί κατάλληλα ο τομέας.

1.9.

Η μελλοντική πρόοδος πρέπει, όπως και σήμερα, να βασίζεται στο διάλογο και τη διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και μέρη, καθώς και σε δημόσιες διαβουλεύσεις ανοιχτές σε όλους τους ενδιαφερόμενους. Η προσέγγιση αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική για την ΕΟΚΕ δεδομένου ότι επιτρέπει, έναντι συγκεκριμένων καταστάσεων, να επιτυγχάνονται τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα βάσει της ευρύτερης δυνατής συμφωνίας.

1.10.

Οι προτάσεις αυτές αποτελούν ένα σημαντικό βήμα προόδου, όχι όμως το τελικό σημείο. Για την ΕΟΚΕ, είναι απαραίτητο να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για την επίτευξη του τελικού στόχου μιας κοινής εποπτικής αρχής, όπως αναφέρεται εξάλλου και στην «έκθεση των πέντε Προέδρων». Μόλις οι εν λόγω προτάσεις γίνουν πιο συγκεκριμένες, θα πρέπει να συνεχιστούν οι εργασίες με τρόπο έξυπνο και συνεπή, λαμβάνοντας υπόψη τα σημεία που περιγράφονται παραπάνω.

1.11.

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως την πρόταση να μεταβιβαστούν ορισμένες εποπτικές αρμοδιότητες σε θέματα ασφάλισης από τις εθνικές αρχές στο ευρωπαϊκό επίπεδο, συμβάλλοντας έτσι στην ενίσχυση της σύγκλισης από την άποψη της εποπτείας και στη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού για όλους τους παράγοντες της αγοράς.

2.   Ιστορικό (1)

2.1.

Όσον αφορά τη δημιουργία Ένωσης Κεφαλαιαγορών, είναι πλέον σαφές ότι η Ευρώπη διαθέτει ήδη συνεπή τραπεζική εποπτεία χάρη στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό της Τραπεζικής Ένωσης, στον οποίο συμμετέχουν 19 κράτη μέλη, ενώ η εποπτεία των κεφαλαιαγορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση πραγματοποιείται, με λίγες μόνον εξαιρέσεις, σε εθνικό επίπεδο.

2.2.

Είναι προφανές ότι η κατάσταση αυτή δεν συνάδει με τις αρχές που διέπουν την εν λόγω Ένωση Κεφαλαιαγορών, ούτε την Τραπεζική Ένωση. Από την άλλη πλευρά, δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι ο στόχος της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης δεν θα ωφελήσει μόνο την ΟΝΕ, αλλά και όλα τα κράτη μέλη.

2.3.

Δεδομένου ότι η ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών αποτελεί προτεραιότητα της τρέχουσας Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι προσπάθειες συνίστανται κατά κύριο λόγο στο να ευθυγραμμιστεί περισσότερο η παρακολούθηση με τις αρχές της και με τη χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Εξάλλου, αυτό είχε ήδη ανακοινωθεί στην πρόσφατη ενδιάμεση επανεξέταση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (2).

2.4.

Πιο συγκεκριμένα, η Επιτροπή παρουσίασε στις 20 Σεπτεμβρίου 2017 μία ανακοίνωση (3) και τρεις νομοθετικές προτάσεις για την τροποποίηση δύο οδηγιών και εννέα κανονισμών (4). Τα προτεινόμενα μέτρα ισχύουν για όλα τα κράτη μέλη.

2.5.

Οι προτάσεις αυτές αποσκοπούν στην ενίσχυση και εμβάθυνση της ενοποίησης του ισχύοντος πλαισίου εποπτείας της ΕΕ, ιδίως με τα ακόλουθα μέσα.

2.5.1.

Καλύτερος συντονισμός της εποπτείας:

2.5.1.1.

με την ενίσχυση κατά τρόπο στοχοθετημένο ανά την ΕΕ της μακροπροληπτικής επιτήρησης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου·

2.5.1.2.

με την προώθηση της εποπτικής σύγκλισης μέσω της ενίσχυσης των υφιστάμενων εξουσιών των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

2.5.1.3.

με τη βελτίωση των διαδικασιών των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών για την έκδοση κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων ώστε να αντικατοπτρίζουν τη σημασία των εν λόγω εργαλείων·

2.5.1.4.

με την παροχή δυνατότητας στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών να λαμβάνει δεδομένα συναλλαγών απευθείας από τους συμμετέχοντες στην αγορά, και

2.5.1.5.

με την ενίσχυση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA-European Insurance and Occupational Pensions Authority) στον συντονισμό της έγκρισης μοντέλων εσωτερικής μέτρησης του κινδύνου των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εταιρειών.

2.5.2.

Επέκταση των εξουσιών άμεσης εποπτείας της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA-European Securities and Markets Authority):

2.5.2.1.

οι νέοι τομείς εποπτείας των χρηματοπιστωτικών αγορών αφορούν ιδίως εκείνους στους οποίους η άμεση εποπτεία είναι σε θέση να καταργήσει τους διασυνοριακούς φραγμούς και να προωθήσει μεγαλύτερη ενοποίηση της αγοράς. Το μέτρο αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως ένα βήμα προς την κατεύθυνση μιας ενιαίας εποπτικής αρχής.

2.5.3.

Βελτίωση της διακυβέρνησης και της χρηματοδότησης των εποπτικών αρχών:

2.5.3.1.

όσον αφορά τη δομή διακυβέρνησης, γίνεται διάκριση μεταξύ των εξουσιών των εθνικών αρχών και των αρμοδιοτήτων των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών. Οι πρώτες εξακολουθούν να καθορίζουν τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές και να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με ρυθμιστικά θέματα, ενώ οι τελευταίες επιφορτίζονται με τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τον συντονισμό των εποπτικών πρακτικών με ενωσιακό προσανατολισμό.

2.5.3.2.

Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, στόχος είναι η προώθηση της διαφοροποίησης. Πέρα από την κρατική διοίκηση, σκοπός είναι μέρος από τα κεφάλαια να παρέχεται από τους φορείς εκμετάλλευσης του τομέα και από τους παράγοντες της αγοράς.

2.5.4.

Απαίτηση από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και σχετικούς με τη διακυβέρνηση παράγοντες, καθώς και θέματα σχετικά με τη χρηματοοικονομική τεχνολογία, κατά την εκτέλεση καθηκόντων στο πλαίσιο της εντολής τους:

2.5.4.1.

ως πρώτο βήμα, ο ρόλος των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών στην εκτίμηση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και σχετικών με τη διακυβέρνηση κινδύνων θα αποσαφηνιστεί και θα ενισχυθεί προκειμένου να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη σταθερότητα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού τομέα και τα οφέλη για τη βιώσιμη οικονομία (5).

2.5.4.2.

Όσον αφορά τη χρηματοοικονομική τεχνολογία, οι ρυθμιστικές και οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εξοικειωθούν με τις τεχνολογίες αυτές και να αναπτύξουν νέους κανονισμούς και νέες μεθόδους παρακολούθησης, μεταξύ άλλων μέσω της συνεργασίας με εταιρείες του εν λόγω τομέα (6).

2.6.

Επιπλέον, δημοσιεύθηκε πρόταση (7) η οποία προβλέπει τη μεταβίβαση στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές ορισμένων εποπτικών εξουσιών που ανήκουν σήμερα στις αρμόδιες εθνικές αρχές. Αυτές αφορούν κυρίως τον ασφαλιστικό τομέα.

2.6.1.

Όσον αφορά την ESMA, ουσιαστικά συνεπάγεται τη μεταβίβαση της εξουσίας χορήγησης άδειας λειτουργίας και εποπτείας των παρόχων υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων, καθώς και των αρμοδιοτήτων συλλογής δεδομένων στον τομέα αυτό.

2.6.2.

Όσον αφορά την EIOPA, σκοπός είναι να αποκτήσει ισχυρότερο ρόλο ώστε να συνεισφέρει στην εποπτική σύγκλιση στον τομέα της εφαρμογής εσωτερικών υποδειγμάτων μέτρησης των κινδύνων και να εισαχθούν αλλαγές αναφορικά με την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με αιτήσεις για τέτοια υποδείγματα, καθώς και με τη δυνατότητα να εκδίδει γνώμες για το ζήτημα αυτό και να συνδράμει στη διευθέτηση διαφορών μεταξύ εποπτικών αρχών.

3.   Παρατηρήσεις

3.1.

Οι υπό εξέταση προτάσεις της Επιτροπής εγγράφονται σε γενικές γραμμές στο ευρύτερο σχέδιο για τη δημιουργία μιας Ένωσης Κεφαλαιαγορών, για τη σημασία και την επικαιρότητα της οποίας δεν χωρεί καμία αμφιβολία. Από την άποψη αυτή, η ΕΟΚΕ «τάσσεται αποφασιστικά υπέρ της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και διατηρεί φιλόδοξη στάση όσον αφορά την πραγματοποίησή της». Η ταχεία υλοποίησή της έχει καίρια σημασία (8). Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (9) και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (10) έχουν ζητήσει επανειλημμένα να εργαστούμε για την ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών.

3.2.

Κατά την άποψη της EOKE, η Ένωση Κεφαλαιαγορών θα πρέπει να ενταχθεί στο ευρύτερο πλαίσιο της διεθνούς θέσης της Ευρώπης σε ένα μεταβαλλόμενο παγκόσμιο πλαίσιο, της εμβάθυνσης και της ολοκλήρωσης της ΟΝΕ και, εξίσου σημαντικό, της επιδίωξης της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης όλων των κρατών μελών της Ένωσης.

3.3.

Η ολοκλήρωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς διευκολύνει και προωθεί τη διασυνοριακή κατανομή των κινδύνων από τον ιδιωτικό τομέα. Όπως κατέδειξε η πρόσφατη κρίση, με τον τρόπο αυτό τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στους ασύμμετρους κλυδωνισμούς σε περιόδους κρίσης.

3.4.

Επιπλέον, «η Ένωση Κεφαλαιαγορών μπορεί να προσφέρει ουσιώδη συμβολή στην εδραίωση της οικονομικής ανάκαμψης και να αποτελέσει έτσι έναν από τους παράγοντες προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης, των επενδύσεων και της απασχόλησης, προς όφελος τόσο των επιμέρους κρατών μελών όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στο σύνολό της. […] [H ισχυρότερη ενοποίηση], με τη σειρά της, θα συμβάλει στο να καταστούν το οικονομικό και το χρηματοπιστωτικό σύστημα σταθερότερα, ασφαλέστερα και ανθεκτικότερα στους κλυδωνισμούς» (11).

3.5.

Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ επικροτεί τις τρέχουσες προτάσεις για την ενίσχυση και ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού μηχανισμού παρακολούθησης, αλλά και το γεγονός ότι διατυπώθηκαν χωρίς καθυστέρηση. Πρέπει πλέον να δοθεί συνέχεια σε αυτές. Αξίζει επίσης να υπενθυμίσουμε άλλες προηγούμενες πρωτοβουλίες οι οποίες συμβάλλουν επίσης στους στόχους αυτούς και βρίσκουν σύμφωνη και την ΕΟΚΕ. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τις προτάσεις σχετικά με έναν πιο ολοκληρωμένο εποπτικό μηχανισμό για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (12) και τις προτάσεις που αφορούν το PEPP («Πανευρωπαϊκό ατομικό συνταξιοδοτικό προϊόν» (13)/«Pan-European Personal Pension Product»), όπου προβλέπεται σημαντικός ρόλος για την EIOPA.

3.6.

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, «η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τον κεντρικό ρόλο που θα καταλαμβάνει η εποπτεία στις προσπάθειες για την ανάπτυξη στην πράξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Η εποπτεία αυτή, που θα διενεργείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο , πρόκειται να διαδραματίσει καίριο ρόλο, τόσο για την ασφάλεια και τη σταθερότητα όσο και για την υλοποίηση της επιθυμητής ενοποίησης των αγορών και την εξάλειψη των φραγμών, των εμποδίων και των ανισοτήτων εντός της Ένωσης Κεφαλαιαγορών » (14). Οι στόχοι αυτοί κατέχουν κεντρική θέση στο προαναφερθέν πλαίσιο και πρέπει, κατά συνέπεια, να επικρατούν πάντοτε και να είναι πανταχού παρόντες.

3.7.

Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, είναι ουσιαστικής σημασίας οι προβλεπόμενοι κανόνες να συμβάλλουν κατά τρόπο συγκεκριμένο και άμεσο στην επίτευξη των στόχων και να παράγουν θετικά αποτελέσματα για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε όλα τα κράτη μέλη.

3.8.

Από την άποψη αυτή, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ανακοίνωση σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, η οποία αναφέρει ότι «είναι ζωτικής σημασίας να ενισχυθεί η ικανότητα των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών ως προς τη διασφάλιση συνεπούς εποπτείας και ομοιόμορφης εφαρμογής του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων. Με τον τρόπο αυτό θα στηριχθεί η εύρυθμη λειτουργία των κεφαλαιαγορών μέσω μείωσης των φραγμών στις διασυνοριακές επενδύσεις, απλοποίησης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και μείωσης του κόστους συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακή βάση, λόγω αποκλίνουσας εφαρμογής των κανόνων. Από την πλευρά του επενδυτή, η συνεπής εποπτεία και η ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων συμβάλλει στην ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών και στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης στις αγορές κεφαλαίων» (15). Για να επιτευχθούν οι εν λόγω στόχοι, θα πρέπει να θεσπιστούν συγκρίσιμα πρότυπα εποπτείας σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.

3.9.

Στο πλαίσιο της διεύρυνσης των εξουσιών, είναι επίσης σημαντικό να επιδιωχθεί κατά το δυνατόν μεγαλύτερη σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου για όλους, τόσο για τις εθνικές και τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές όσο και για τις εταιρείες που υπόκεινται στην εποπτεία αυτή. Τα προβλεπόμενα μέτρα ελέγχου πρέπει να είναι κατάλληλα.

3.10.

Πρέπει να επιτευχθεί η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των εξουσιών των εθνικών και των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών. Πρωταρχικός στόχος είναι να δημιουργηθούν οι καλύτερες δυνατές συνθήκες για τις διασυνοριακές συναλλαγές και πράξεις, πρέπει δε να αρθούν τα υφιστάμενα εμπόδια. Σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις, πρέπει να εξεταστεί αν ο έλεγχος μπορεί να συνεχίσει να διενεργείται σε τοπικό επίπεδο, δεδομένου ότι βρισκόμαστε στο στάδιο διαμόρφωσης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, σε ένα πλαίσιο ποικιλομορφίας των παραγόντων της αγοράς, ιδίως των μικρότερων εξ αυτών. Στο μέτρο του δυνατού, οι αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Το ίδιο ισχύει και για τις τοπικές δραστηριότητες, για τις οποίες οι εθνικές εποπτικές αρχές βρίσκονται πιο κοντά στην αγορά. Πρέπει να αποφεύγεται όσο το δυνατόν περισσότερο το ρυθμιστικό αρμπιτράζ, οι διπλοί έλεγχοι, οι ειδικοί εθνικοί κανόνες και η υπερβολική ρύθμιση (gold-plating), ιδίως όταν παρεμποδίζεται η υλοποίηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών ή παρακωλύεται σοβαρά.

3.11.

Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης σημαντικό να διασφαλιστεί μια ορθή ισορροπία μεταξύ, αφενός, της δυνατότητας παροχής διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών ή μέσων, κάτι το οποίο είναι πολύ σημαντικό (ιδίως όσον αφορά τη διασυνοριακή κατανομή των ιδιωτικών κινδύνων, βλέπε παραπάνω) και, αφετέρου, της προστασίας των επενδυτών και των καταναλωτών. Αυτό καθίσταται ακόμη σημαντικότερο λόγω του γεγονότος ότι ολοένα και περισσότερες συναλλαγές πραγματοποιούνται εξ αποστάσεως και όχι πλέον με την παραδοσιακή μορφή «πρόσωπο με πρόσωπο» (16). Με τον καιρό, οι (δυνητικοί) πελάτες θα πρέπει να μπορούν να απολαύουν ίδιου επιπέδου πληροφόρησης και προστασίας, ανεξάρτητα από τον τόπο στον οποίο είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής (της υπηρεσίας ή του μέσου) ή από τους όρους της συναλλαγής.

3.12.

Η ευρωπαϊκή εποπτεία πρέπει επίσης να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία των καταναλωτών και των επενδυτών. Πρέπει να διαθέτουν ευρύτερο φάσμα και καλύτερη ποιότητα επιλογών, καθώς και μεγαλύτερη προστασία. Είναι, επομένως, απαραίτητο να προσφέρονται επίσης βασικά προϊόντα χωρίς κίνδυνο. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η συνάφεια με άλλες πρωτοβουλίες (17) και να εξασφαλιστεί ότι η εφαρμογή οιουδήποτε νέου κανονισμού δεν τιμωρεί τους καταναλωτές. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, αυτό τελικά σημαίνει ότι στόχο για όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των εποπτικών αρχών, πρέπει να αποτελεί η ενίσχυση της «εμπιστοσύνης» στις αγορές. Η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί επίσης να ενισχυθεί μέσω προσπαθειών για τη διασφάλιση πιο βιώσιμης χρηματοδότησης, σύμφωνα με τις πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί και τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί στη διεθνή σκηνή.

3.13.

Κατά τον ίδιο τρόπο, πρέπει επίσης να σκεφτόμαστε το μέλλον, ώστε οι νέες εξελίξεις και οι σύγχρονες τεχνολογίες, όπως η χρηματοοικονομική τεχνολογία, να μπορούν να βρουν εφαρμογή στο χρηματοοικονομικό περιβάλλον. Οι δυνατότητές τους πρέπει να αξιοποιηθούν, όχι όμως σε βάρος της ασφάλειας. Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για όλους τους φορείς εκμετάλλευσης, ανεξαρτήτως του τρόπου παρέμβασής τους.

3.14.

Το σημαντικό έργο των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών όσον αφορά τη θέσπιση νομοθετικών προτύπων πρέπει να υπογραμμιστεί και να εκτιμηθεί. Από την άποψη αυτή, είναι σημαντικό, στο μέλλον, να προχωρήσουμε ακόμη περισσότερο προς την κατεύθυνση της σύγκλισης και της εναρμόνισης προκειμένου να αξιοποιήσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα τους διαθέσιμους πόρους. Ομοίως, δεν πρέπει να λησμονείται η σημασία της ορθής εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.

3.15.

Κατά την κατάρτιση αυτών και των επακόλουθων μέτρων, πρέπει στον τομέα αυτό να αντλείται έμπνευση από την προσέγγιση REFIT: η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα πρέπει να συνιστούν μελήματα πρωταρχικής σημασίας, όπως και η αναζήτηση των λιγότερο δαπανηρών μέσων για την επίτευξη των επιθυμητών αποτελεσμάτων. Το πρόγραμμα REFIT εξασφαλίζει την απλότητα, καταργεί τα περιττά βάρη και επιβάλλει τους κανόνες με την επιφύλαξη της επίτευξης των στόχων πολιτικής.

3.16.

Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο ενίσχυσης της ικανότητας των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών να διεξάγουν τις δικές τους αξιολογήσεις επιπτώσεων, καθώς αυτό θα τους επέτρεπε να εκτιμούν το κόστος εφαρμογής και την αποτελεσματικότητα των προτύπων που επεξεργάζονται. Συνεπώς, πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να ληφθεί επίσης υπόψη η αρχή της αναλογικότητας. Για την εκπόνηση τέτοιου είδους μελετών, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ακόμη ευρύτερα και με δομημένο τρόπο διάφορες ομάδες ενδιαφερομένων, με στόχο την αξιοποίηση των γνώσεων και των εμπειριών των επιχειρήσεων.

3.17.

Για την ορθή διεκπεραίωση της αποστολής τους, οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές πρέπει να διαθέτουν επαρκείς πόρους για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους. Επί του παρόντος, οι πόροι προέρχονται εν μέρει από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και εν μέρει από τις ομολόγους τους σε εθνικό επίπεδο. Οποιαδήποτε αλλαγή, ιδίως όταν αποσκοπεί στην απευθείας μετακύλιση μέρους του κόστους έμμεσης εποπτείας στον ιδιωτικό τομέα, πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη δημοσιονομική πειθαρχία και την αποφυγή της διπλής φορολογίας. Οι χρηματοπιστωτικοί φορείς συμβάλλουν ήδη στους πόρους των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών στο πλαίσιο της τρέχουσας διάρθρωσης μέσω της συνεισφοράς της εθνικής εποπτικής αρχής τους. Επομένως, είναι απαραίτητο να αναδιανεμηθεί η συμβολή των χρηματοπιστωτικών φορέων προς τις εθνικές και τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές και να αποφευχθεί μια περαιτέρω γενική αύξηση του κόστους εποπτείας. Κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση πρέπει να βασίζεται στη μέγιστη δυνατή διαφάνεια και να προβλέπει αυστηρούς μηχανισμούς ελέγχου. Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί κατάλληλος έλεγχος σχετικά με τους συνολικούς πόρους, ο οποίος θα ασκείται με τον δέοντα τρόπο από τον χρηματοπιστωτικό τομέα.

3.18.

Οι προτάσεις αυτές αποτελούν αναμφισβήτητα ένα σημαντικό βήμα, όχι όμως ακόμη το τελικό σημείο. Από την άποψη αυτή, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τον στόχο που διατυπώνεται στο έγγραφο προβληματισμού σχετικά με την εμβάθυνση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (18), δηλαδή ότι «η σταδιακή ενίσχυση του εποπτικού πλαισίου αναμένεται να οδηγήσει τελικά σε μια ενιαία ευρωπαϊκή αρχή εποπτείας των κεφαλαιαγορών». Αυτός ο απώτερος στόχος διατυπώνεται επίσης στην «έκθεση των πέντε Προέδρων» (19), η οποία δημοσιεύτηκε στα μέσα του 2015.

3.19.

Οι υπό εξέταση προτάσεις βασίζονται στη σταδιακή προσέγγιση. Κάτι τέτοιο φαίνεται να ενδείκνυται ιδιαίτερα, κυρίως στην παρούσα χρονική στιγμή, κατά τη φάση θέσπισης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (20) και λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, τη διαφορετική κατάσταση και τις φιλοδοξίες στα κράτη μέλη και, αφετέρου, τις πολυάριθμες προκλήσεις και τις οικονομικές, τεχνολογικές και πολιτικές αλλαγές που θα επέλθουν στον κόσμο.

3.20.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι οι προτάσεις βασίζονται στην επιχειρησιακή εμπειρία των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, στο έργο της Επιτροπής και στις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθώς και στον συνεχή διάλογο με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και σε ευρεία δημόσια διαβούλευση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η προσέγγιση αυτή είναι δίκαιη και ενδεδειγμένη, καθότι εξασφαλίζει, ουσιαστικά, τη δυνατότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες περιστάσεις, να προσπαθήσουμε να επιτύχουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα βάσει της ευρύτερης δυνατής συμφωνίας. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ προτίθεται σαφώς να συνεχίσει να χρησιμοποιεί αυτήν την προσέγγιση στο μέλλον, τόσο στο πλαίσιο της τακτικής αξιολόγησης του κανονισμού όσο και της έγκρισης νέων μέτρων για την επίτευξη του τελικού στόχου (βλέπε παραπάνω).

3.21.

Σε κάθε περίπτωση, η δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού στις χρηματοπιστωτικές αγορές της ΕΕ, τόσο εντός της ζώνης του ευρώ όσο και για τα άλλα κράτη μέλη, πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο της διαδικασίας. Επιπλέον, θα πρέπει να καθοριστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού έναντι παρόχων από τρίτες χώρες. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό μόνον εάν η ρύθμιση και η εποπτεία που ισχύουν στις τρίτες αυτές χώρες επιδιώκουν τους ίδιους στόχους με την ΕΕ.

3.22.

Η πρόταση για τη μεταβίβαση από τις εθνικές εποπτικές αρχές στο ευρωπαϊκό επίπεδο ορισμένων εποπτικών εξουσιών στον τομέα της ασφάλισης εγγράφεται στο πλαίσιο της επιθυμίας να διευρυνθεί η εποπτεία της ΕΕ όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές αγορές και, με τον τρόπο αυτό, να προωθηθεί η επίτευξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Με τον τρόπο αυτό, θα βελτιωθεί η σύγκλιση όσον αφορά την εποπτεία και θα διαμορφωθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για όλους τους παράγοντες της αγοράς.

Βρυξέλλες, 15 Φεβρουαρίου 2018.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Γιώργος ΝΤΆΣΗΣ


(1)  Το παρόν κείμενο βασίζεται σε διάφορες επίσημες δημοσιεύσεις, ιδίως του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Βλέπε, μεταξύ άλλων, http://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-13447-2017-INIT/el/pdf και http://europa.eu/rapid/press-release_IP-17-3308_en.htm

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, COM(2017) 292 final.

(3)  Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών για την Ενίσχυση της ενοποιημένης εποπτείας για την ενδυνάμωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, COM(2017) 542 final.

(4)  Βλέπε https://ec.europa.eu/info/business-economy-euro/banking-and-finance/financial-supervision-and-risk-management/european-system-financial-supervision_en#reviewoftheesfs

(5)  Ένα σχέδιο δράσης που θα περιέχει κανονιστικά μέτρα θα δημοσιευτεί το 2018.

(6)  Και στο πεδίο αυτό έχει ανακοινωθεί σχέδιο δράσης της Επιτροπής για το 2018.

(7)  Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και της οδηγίας 2009/138/ΕΚ σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II), COM(2017) 537 final.

(8)  EE C 81 της 2.3.2018, σ. 117, σημείο 1.1.

(9)  Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, 22-23/6/2017.

(10)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Ιουλίου 2015 σχετικά με την Οικοδόμηση μιας Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Βλέπε http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+TA+P8-TA-2015-0268+0+DOC+XML+V0//EL

(11)  EE C 81 της 2.3.2018, σ. 117, σημείο 1.3.

(12)  ΕΕ C 434 της 15.12.2017, σ. 63.

(13)  ΕΕ C 81 της 2.3.2018, σ. 139.

(14)  EE C 81 της 2.3.2018, σ. 117, σημείο 1.12.

(15)  Ανακοίνωση COM(2017) 542 final, σ. 5.

(16)  Για παράδειγμα, μέσω του Διαδικτύου.

(17)  Από την άποψη αυτή, μπορεί να εξεταστεί το πρόσφατο «Σχέδιο δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες προς τους καταναλωτές: Καλύτερα προϊόντα, περισσότερες δυνατότητες επιλογής», που δημοσιεύθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Βλέπε σχετικά με αυτό τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες προς τους καταναλωτές», ΕΕ C 434 της 15.12.2017, σ. 51.

(18)  Έγγραφο της 31ης Μαΐου 2017, σ. 21. Βλέπε https://ec.europa.eu/commission/sites/beta-political/files/reflection-paper-emu_el.pdf

(19)  Έγγραφο του Ιουνίου 2015, παράγραφος 3.2, σ. 14. Βλέπε https://ec.europa.eu/commission/sites/beta-political/files/5-presidents-report_el.pdf

(20)  Η ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (με ημερομηνία 7 Ιουνίου 2017) αναφέρει 38 επιπλέον συνιστώσες της Ένωσης Κεφαλαιαγορών που πρέπει να εφαρμοστούν έως το 2019, COM(2017) 292 final