Επίσημη Εφημερίδα |
EL Σειρά L |
2023/2122 |
18.10.2023 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/2122 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 12ης Οκτωβρίου 2023
για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2066 για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 1 και το άρθρο 30στ παράγραφος 5,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Μετά την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ από τις οδηγίες (ΕΕ) 2023/958 (2) και (ΕΕ) 2023/959 (3) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 της Επιτροπής (4) πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να ενσωματωθούν οι κανόνες που ισχύουν για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων, καθώς και να καθοριστούν κανόνες για τη βιομάζα και το βιοαέριο, καθώς και για την παρακολούθηση των εκπομπών διεργασίας από πρώτες ύλες με ανθρακικά και μη ανθρακικά άλατα. Οι διατάξεις για τις αεροπορικές μεταφορές θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Με την τροποποίηση θεσπίζεται επίσης ένα χωριστό αλλά παράλληλο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών που εφαρμόζεται στα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για καύση στους τομείς των κτιρίων και των οδικών μεταφορών, καθώς και σε πρόσθετους τομείς που αντιστοιχούν σε βιομηχανικές δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από το παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ («κτίρια, οδικές μεταφορές και πρόσθετοι τομείς»). Νέες διατάξεις και παραρτήματα για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές στους εν λόγω τομείς θα πρέπει να προστεθούν. Οι υφιστάμενοι κανόνες και διατάξεις για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές θα πρέπει να προσαρμοστούν αναλόγως. |
(2) |
Νέοι ορισμοί θα πρέπει να προστεθούν ώστε να αντικατοπτρίζουν τις τροποποιήσεις της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης των κανόνων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σε νέους τομείς. |
(3) |
Η επικαιροποιημένη σταθερή τιμή αναφοράς που ορίζεται στο άρθρο 18 θα ευθυγραμμίσει καλύτερα την εκτιμώμενη αξία των οφελών με την επικρατούσα τιμή του άνθρακα. Η διατήρηση μιας σταθερής τιμής θα πρέπει να αποσκοπεί στη δημιουργία ασφάλειας δικαίου και στη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης λόγω των συχνών αλλαγών του σχεδίου παρακολούθησης. |
(4) |
Πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες για τη βιομάζα και τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας, ώστε να προβλεφθούν οι αναγκαίες προσαρμογές για την εφαρμογή στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ (ΣΕΔΕ της ΕΕ) των κριτηρίων αειφορίας για τη βιομάζα, συμπεριλαμβανομένων των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας. Προβλέπεται περαιτέρω προσαρμογή για τη βελτίωση και την ευθυγράμμιση των υφιστάμενων κανόνων με τις διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), όπως έχουν ήδη επικαιροποιηθεί στα σχετικά έγγραφα καθοδήγησης. |
(5) |
Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω, με την παροχή λεπτομερειών σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της βιομάζας στα ισοζύγια μάζας. Το κλάσμα βιομάζας στον άνθρακα που εισέρχεται στο σύστημα ισοζυγίου μάζας δεν εκπέμπεται μόνο ως CO2, αλλά ένα κλάσμα του άνθρακα που αντιστοιχεί στο κλάσμα βιομάζας του άνθρακα παραμένει επίσης στο τελικό προϊόν. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε εσφαλμένο υπολογισμό των εκπομπών στην παραγωγή. Για να αποφευχθεί μια τέτοια κατάσταση, ο φορέας εκμετάλλευσης θα πρέπει πάντα να παρέχει δεδομένα σχετικά με το κλάσμα βιομάζας της περιεκτικότητας σε άνθρακα των ροών πηγής. |
(6) |
Ο υπολογισμός του κλάσματος βιομάζας του φυσικού αερίου που περιέχει βιοαέριο το οποίο παρέχεται από δίκτυα φυσικού αερίου φέρεται να περιέχει βιοαέριο μέσω μιας προσέγγισης παρακολούθησης με τη χρήση αρχείων αγορών. Για να αποφευχθούν ενδεχόμενες διπλοεγγραφές του κλάσματος βιομάζας, είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν ειδικοί κανόνες εάν η μονάδα χρησιμοποιεί τη βασιζόμενη σε μετρήσεις μεθοδολογία. Στην περίπτωση αυτήν, το «φυσικώς παραδιδόμενο» βιοαέριο πρέπει να προσδιορίζεται επιπλέον της ποσότητας βιοαερίου που βασίζεται σε «αρχεία αγοράς», και μόνο η τελευταία ποσότητα πρέπει να χρησιμοποιείται για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές της εγκατάστασης. Εκτός από τα αρχεία αγορών, απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ότι πληρούνται τα κριτήρια αειφορίας σύμφωνα με το άρθρο 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 και οι σχετικές εκτελεστικές πράξεις για το βιοαέριο μηδενικού συντελεστή στο σύστημα. Πρέπει να προστεθούν νέες διατάξεις για να αποφευχθούν διπλοεγγραφές. |
(7) |
Εντοπίστηκε κίνδυνος παρανόησης σε σχέση με τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας του εγγενούς CO2 με την επιλεγμένη μεθοδολογία παρακολούθησης σε σταθερές εγκαταστάσεις. Ως εκ τούτου, το άρθρο 48 παράγραφος 2 θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ώστε να εξαλειφθούν οι παρανοήσεις. |
(8) |
Η οδηγία (ΕΕ) 2023/958 καθορίζει την αρχή του τρόπου καταλογισμού βιώσιμων καυσίμων αεροσκαφών σε σχέση με τις εκπομπές από πτήσεις που αναχωρούν από αερολιμένες όπου τα βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα δεν μπορούν να αποδοθούν φυσικώς σε συγκεκριμένη πτήση. Σύμφωνα με την εν λόγω αρχή, τα δικαιώματα που κατανέμονται βάσει του άρθρου 3γ παράγραφος 6 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ είναι διαθέσιμα για επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα που παρέχονται για ανεφοδιασμό στον συγκεκριμένο αερολιμένα κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από πτήσεις του φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών από τον εν λόγω αερολιμένα για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να εφαρμοστεί η ίδια αρχή στους κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων. |
(9) |
Θα πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλοι κανόνες υποβολής εκθέσεων για τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών όσον αφορά τη χρήση διαφόρων τύπων βιώσιμων καυσίμων αεροσκαφών που είναι επιλέξιμα στο πλαίσιο του συστήματος στήριξης. Για να μειωθεί η διοικητική επιβάρυνση, η εν λόγω υποβολή εκθέσεων θα πρέπει να αποτελεί επέκταση της υποβολής εκθέσεων για τα καύσιμα με μηδενικό συντελεστή εκπομπών, χωρίς τη θέσπιση χωριστού μηχανισμού υποβολής εκθέσεων. |
(10) |
Η οδηγία (ΕΕ) 2023/958 θέσπισε αναθεωρημένους κανόνες για τη δωρεάν κατανομή για τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών. Καταργεί τη σύνδεση με τα τονοχιλιομετρικά δεδομένα. Ως εκ τούτου, οι κανόνες που διέπουν την υποβολή τονοχιλιομετρικών δεδομένων έχουν καταστεί παρωχημένοι. Επομένως, είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 ώστε να ληφθεί υπόψη το γεγονός αυτό. |
(11) |
Οι διατάξεις υποβολής εκθέσεων του συστήματος αντιστάθμισης και μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (CORSIA) που εγκρίθηκαν από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ΔΟΠΑ) προβλέπουν τη συμπερίληψη φορέων εκμετάλλευσης αεροσκαφών που υπερβαίνουν ένα ορισμένο όριο· το όριο αυτό υπολογίζεται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πιθανή χρήση καυσίμων με μηδενικό συντελεστή εκπομπών. Ως εκ τούτου, για να διευκολυνθεί η υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές των φορέων εκμετάλλευσης αεροσκαφών στα κράτη μέλη και στη συνέχεια στη γραμματεία του ΔΟΠΑ, είναι σκόπιμο να καθοριστεί προκαταρκτικός συντελεστής εκπομπών αποκλειστικά για τους σκοπούς του υπολογισμού για τη λήψη απόφασης σχετικά με τη συμπερίληψη φορέων εκμετάλλευσης αεροσκαφών στο CORSIA. |
(12) |
Οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διασφάλιση της ορθής παρακολούθησης και επιβολής της νομοθεσίας. Ωστόσο, είναι σημαντικό να εξορθολογιστούν οι εν λόγω απαιτήσεις ώστε να διασφαλιστεί ότι εκπληρώνουν τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται και να περιοριστεί η διοικητική επιβάρυνση. |
(13) |
Για τον εξορθολογισμό των υφιστάμενων απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων με παράλληλη διατήρηση του υψηλού επιπέδου αξιοπιστίας των κανόνων παρακολούθησης του ΣΕΔΕ, είναι σκόπιμο να παραταθεί το διάστημα για την υποβολή εκθέσεων βελτίωσης της μεθοδολογίας παρακολούθησης σχετικά με τις σταθερές εγκαταστάσεις και τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών. |
(14) |
Σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2023/959, η παράδοση δικαιωμάτων στο πλαίσιο του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα αρχίσει μόλις το 2028 για τις ετήσιες εκπομπές του 2027. Ωστόσο, η παρακολούθηση και η υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές στο πλαίσιο του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα πρέπει να αρχίσουν από την 1η Ιανουαρίου 2025. Σαφείς κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σχετικά με το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα πρέπει να θεσπιστούν εγκαίρως, ώστε να διευκολυνθεί η ομαλή εφαρμογή στα κράτη μέλη. Με σκοπό τη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης, την εξασφάλιση της συνοχής μεταξύ των μεθοδολογιών παρακολούθησης και την αξιοποίηση της πείρας που αποκτήθηκε από το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τις σταθερές εγκαταστάσεις και τις αεροπορικές μεταφορές, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν οι σχετικοί κανόνες για το νέο σύστημα. |
(15) |
Για να αποφευχθούν πιθανές περιπτώσεις παράκαμψης των υποχρεώσεων στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς, λόγω του αδικαιολόγητου αποκλεισμού των υπόχρεων καταβολής ειδικών φόρων κατανάλωσης επί ενεργειακών προϊόντων από τον ορισμό των ρυθμιζόμενων οντοτήτων, είναι αναγκαίο να καθοριστούν με σαφήνεια οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα πρόσωπο θεωρείται τελικός καταναλωτής των καυσίμων. |
(16) |
Ο ορισμός των καυσίμων στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί σε μεγάλο βαθμό με τον ορισμό της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου (6). Με την επιφύλαξη μελλοντικών νομοθετικών αλλαγών, η προμήθεια στερεών καυσίμων από ξύλο (κωδικοί ΣΟ 4401 και 4402) και τύρφης (κωδικός ΣΟ 2703) δεν καλύπτονται επί του παρόντος από τον ορισμό των καυσίμων της εν λόγω οδηγίας και, ως εκ τούτου, εξαιρούνται επίσης από τις υποχρεώσεις παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού. |
(17) |
Για να διασφαλιστεί η διοικητική αποτελεσματικότητα και η εναρμόνιση με την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων του υφιστάμενου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, ορισμένοι κανόνες που ισχύουν για τους φορείς εκμετάλλευσης και τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών θα πρέπει να επεκταθούν στις ρυθμιζόμενες οντότητες για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς. |
(18) |
Το επίπεδο ακρίβειας των δεδομένων παρακολούθησης στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα πρέπει να καθορίζεται από μια ιεραρχία βαθμίδων, σύμφωνα με την προσέγγιση βαθμίδων που θεσπίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/2066. Για να αποφευχθεί ένα δυσανάλογα υψηλό επίπεδο προσπαθειών παρακολούθησης όσον αφορά τις ρυθμιζόμενες οντότητες και να διασφαλιστεί παράλληλα ένα αποδεκτό επίπεδο ακρίβειας, οι υφιστάμενες παρεκκλίσεις από τις απαιτούμενες βαθμίδες θα πρέπει να καταστούν εφαρμοστέες και στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, με ορισμένες προσαρμογές. Ειδικότερα, ο προσδιορισμός του αδικαιολόγητου κόστους στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα πρέπει να αντικατοπτρίζει το ότι πρόκειται για αυτοτελή αγορά, με την έναρξη της εμπορίας να αναμένεται το 2027. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι σχετικοί κανόνες, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της οδηγίας 2003/87/ΕΚ που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ομαλής έναρξης του συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του μηχανισμού τιμαριθμικής αναπροσαρμογής της σταθερότητας των τιμών για τα πρώτα έτη. |
(19) |
Για να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ της ελαχιστοποίησης της διοικητικής επιβάρυνσης και της διασφάλισης της περιβαλλοντικής ακεραιότητας, η αυστηρότητα των κανόνων που διασφαλίζουν την ακρίβεια της παρακολούθησης θα πρέπει να είναι ανάλογη προς το μέγεθος των ετήσιων εκπομπών που αναφέρει η ρυθμιζόμενη οντότητα. Είναι σκόπιμο να αξιοποιηθεί η κατάταξη των ρυθμιζόμενων οντοτήτων και των ροών καυσίμου που καθορίζονται στην υφιστάμενη εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών, με ορισμένες προσαρμογές λόγω του ειδικού χαρακτήρα της δραστηριότητας που καλύπτεται από το νέο σύστημα. |
(20) |
Ο μαθηματικός τύπος της βασιζόμενης σε υπολογισμούς μεθοδολογίας θα πρέπει να καθοριστεί με την εισαγωγή παραμέτρων που αντικατοπτρίζουν τα χαρακτηριστικά του νέου ΣΕΔΕ. |
(21) |
Στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, είναι αναγκαίο να καθοριστεί αν οι ποσότητες καυσίμων που τίθενται σε ανάλωση καίγονται σε τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νέου συστήματος. Οι σχετικές ποσότητες θα πρέπει να καθορίζονται με βάση τον συντελεστή εύρους. Για την αντιμετώπιση καταστάσεων στις οποίες οι ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση εκφράζονται σε διαφορετικές μονάδες μέτρησης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο συντελεστής μετατροπής μονάδας. Ο συντελεστής μετατροπής μονάδας περιλαμβάνει την πυκνότητα, την κατώτερη θερμογόνο δύναμη και τη μετατροπή της ανώτερης θερμογόνου δύναμης σε κατώτερη θερμογόνο δύναμη. |
(22) |
Για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, τους συντελεστές υπολογισμού και τον συντελεστή εύρους θα πρέπει να εφαρμόζονται διαφορετικές βαθμίδες ανάλογα με τον τύπο του καυσίμου και το μέγεθος των ετήσιων εκπομπών, με δυνατότητα εφαρμογής χαμηλότερων βαθμίδων βάσει εξαντλητικού καταλόγου των λόγων αυτής της παρέκκλισης. Στην περίπτωση του συντελεστή εύρους, όπου ορισμένες από τις μεθόδους παρακολούθησης μπορεί να μην είναι διαθέσιμες στις ρυθμιζόμενες οντότητες, είναι σκόπιμο να θεσπιστεί πρόσθετη παρέκκλιση από τη χρήση της υψηλότερης βαθμίδας. |
(23) |
Δεδομένου ότι αποσκοπεί στην αξιοποίηση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που θεσπίστηκε με την οδηγία 2003/96/ΕΚ και την οδηγία (ΕΕ) 2020/262 του Συμβουλίου (7), το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα πρέπει να διασφαλίζει συνέργειες με τη φορολογική υποδομή και να επιτρέπει απλουστεύσεις όταν τα σχετικά δεδομένα ή οι σχετικές μέθοδοι είναι αποδεκτά για φορολογικούς σκοπούς. Ειδικότερα, όταν η μεταφορά των κανόνων στο εθνικό δίκαιο έχει ως αποτέλεσμα οι ίδιες οντότητες και τα ίδια ενεργειακά προϊόντα να υπόκεινται σε φορολόγηση της ενέργειας και σε νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, θα πρέπει να είναι δυνατή η εφαρμογή των μεθόδων προσδιορισμού της ποσότητας των ενεργειακών προϊόντων που τίθενται σε ανάλωση βάσει φορολογικών κανόνων χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτούμενες βαθμίδες. Δεδομένου ότι τα εθνικά συστήματα φορολόγησης της ενέργειας και η εφαρμογή τους διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών, κάθε αρμόδια αρχή θα πρέπει να διαβιβάζει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την πρακτική εφαρμογή των φορολογικών μεθόδων και τα επίπεδα αβεβαιότητας που μπορεί να επηρεάσουν την ακρίβεια της παρακολούθησης των εκπομπών. |
(24) |
Για να καταστεί δυνατή η απλούστευση σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχουν αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τους συντελεστές εκπομπών και τη συγκεκριμένη θερμογόνο δύναμη καυσίμου που δεν έχει ταξινομηθεί ως τυπικό καύσιμο του εμπορίου σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2066, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτούν τη χρήση προκαθορισμένων τιμών για το εν λόγω καύσιμο, με την επιφύλαξη της πλήρωσης ανάλογων κριτηρίων με εκείνα που απαιτούνται για τα τυπικά καύσιμα του εμπορίου, αλλά σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Για να εξασφαλιστεί η εναρμόνιση των προκαθορισμένων τιμών που χρησιμοποιούνται σε ολόκληρη την Ένωση, καθώς και η ενσωμάτωση των αλλαγών στην προέλευση του παρεχόμενου καυσίμου με την πάροδο του χρόνου, οι εν λόγω τιμές πρέπει να υποβάλλονται προς έγκριση στην Επιτροπή. |
(25) |
Οι μέθοδοι για τον καθορισμό του συντελεστή εύρους θα πρέπει να κατηγοριοποιούνται σε βαθμίδες, λαμβανομένων υπόψη όχι μόνο του επιπέδου αξιοπιστίας της παρακολούθησης, αλλά και του πιθανού κινδύνου απάτης, των επιπτώσεων στην ποσότητα δικαιωμάτων σε επίπεδο Ένωσης και των επιπτώσεων του κόστους που μετακυλίεται στους καταναλωτές από τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση. Σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στον μέγιστο δυνατό βαθμό μέθοδοι που καθιστούν δυνατό τον εκ των προτέρων προσδιορισμό της τελικής χρήσης των καυσίμων, χωρίς να απαιτείται μεταγενέστερη αντιστάθμιση. Οι εκ των προτέρων μέθοδοι διασφαλίζουν μικρότερο αντίκτυπο στη χρηματοοικονομική ρευστότητα των ρυθμιζόμενων οντοτήτων, αποφεύγουν τη μετακύλιση του κόστους στους καταναλωτές εκτός του πεδίου εφαρμογής του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών και δεν απαιτούν καμία προσαρμογή του ανώτατου ορίου εκπομπών. Η χρήση των εκ των προτέρων μεθόδων προωθεί περαιτέρω συνέργειες και μειώνει τη διοικητική επιβάρυνση, καθώς οι προτεινόμενες μέθοδοι αντιπροσωπεύουν έναν πλήρη κατάλογο των μεθόδων που εφαρμόζονται και για φορολογικούς σκοπούς. |
(26) |
Εάν δεν ενδείκνυται άλλη μέθοδος, θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα χρήσης προκαθορισμένης τιμής για τον προσδιορισμό της τελικής χρήσης του καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση. Για να αποφευχθούν ακούσιες συνέπειες όσον αφορά τα επίπεδα κόστους που μετακυλίονται στους καταναλωτές, η χρήση προκαθορισμένων τιμών μικρότερων του 1 θα πρέπει να υπόκειται σε όρους, ιδίως μετά την έναρξη της εμπορίας στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών το 2027. Η χρήση της προκαθορισμένης τιμής 1, όπου θεωρείται ότι όλα τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση έχουν χρησιμοποιηθεί στους τομείς που καλύπτονται από το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, θα πρέπει να επιτρέπεται σε συνδυασμό με χρηματική αποζημίωση για οντότητες που δεν προβλέπεται να καλύπτονται από το σύστημα. Τα κράτη μέλη και οι ρυθμιζόμενες οντότητες θα πρέπει να προσπαθήσουν να βελτιώσουν τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της τελικής χρήσης των καυσίμων με την πάροδο του χρόνου, ώστε να διασφαλιστεί η ακρίβεια της παρακολούθησης και να ελαχιστοποιηθούν οι πιθανές επιπτώσεις στο κόστος που μετακυλίεται στους καταναλωτές, οι οποίες ενδέχεται να συνδέονται με την έναρξη της εμπορίας δικαιωμάτων το 2027. |
(27) |
Προκειμένου να μειωθεί η διοικητική επιβάρυνση ή να εξασφαλιστεί η εναρμόνιση των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του συντελεστή εύρους, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίζει τη χρήση συγκεκριμένης μεθόδου ή προκαθορισμένης τιμής για συγκεκριμένο τύπο ροής καυσίμου ή σε συγκεκριμένη περιοχή εντός της επικράτειάς του. Ωστόσο, οι αποφάσεις για τον προσδιορισμό της χρήσης προκαθορισμένων τιμών πρέπει να υπόκεινται στην έγκριση της Επιτροπής, ώστε να διασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο εναρμόνισης των μεθοδολογιών μεταξύ των κρατών μελών και η ισορροπία μεταξύ της ακρίβειας της παρακολούθησης και των επιπτώσεων στο κόστος. |
(28) |
Για ν διασφαλιστεί η προβλέψιμη και συνεπής υποβολή εκθέσεων με το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, οι κανόνες που ισχύουν για τη βιομάζα θα πρέπει να επεκταθούν στις ρυθμιζόμενες οντότητες. Ωστόσο, για την ευθυγράμμιση με την ισχύουσα νομοθεσία σχετικά με τα κριτήρια αειφορίας που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 και για την αποφυγή της περιττής διοικητικής επιβάρυνσης για τους μικρούς παραγωγούς ενέργειας που χρησιμοποιούν βιοαέριο και για τους μικρούς παραγωγούς βιοαερίου, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα όρια που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας και η Επιτροπή μπορεί να παράσχει σχετικές κατευθυντήριες γραμμές. |
(29) |
Το άρθρο 30στ παράγραφος 8 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιτρέπουν απλουστευμένες διαδικασίες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων για τις ρυθμιζόμενες οντότητες με ετήσιες εκπομπές χαμηλότερες από 1 000 τόνους ισοδύναμου CO2. Για να αποφευχθεί κάθε περιττή διοικητική επιβάρυνση σε τέτοιες περιπτώσεις, θα πρέπει να επιτρέπονται ειδικές απλουστεύσεις για τις οντότητες που θεωρούνται ρυθμιζόμενες οντότητες με χαμηλά επίπεδα εκπομπών. |
(30) |
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως όταν η ετήσια έκθεση για τις εκπομπές δεν έχει υποβληθεί και επαληθευτεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι εκπομπές των ρυθμιζόμενων οντοτήτων θα πρέπει να προσδιορίζονται με συντηρητική εκτίμηση. Λόγω του ανάντη χαρακτήρα του συστήματος, κάθε χρήση συντηρητικών εκτιμήσεων θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη τις επιπτώσεις του κόστους που μετακυλίεται στους καταναλωτές των καυσίμων. |
(31) |
Σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για τον περιορισμό του κινδύνου διπλής προσμέτρησης [διπλοεγγραφές] των εκπομπών που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς και το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τις σταθερές εγκαταστάσεις, τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών και τους φορείς εκμετάλλευσης θαλάσσιων μεταφορών. Για να διασφαλιστεί ότι τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση σε τομείς που καλύπτονται από το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών δεν επιβαρύνονται με το πρόσθετο κόστος ανθρακούχων εκπομπών, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να καθιερώσουν αποτελεσματικές ανταλλαγές πληροφοριών που θα παρέχουν τη δυνατότητα στις ρυθμιζόμενες οντότητες να προσδιορίζουν την τελική χρήση των καυσίμων τους. Τα επαληθευμένα δεδομένα εκπομπών των φορέων εκμετάλλευσης στο υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών αποτελούν αξιόπιστη πηγή πληροφοριών που θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως βάση για τον προσδιορισμό των εκπομπών των ρυθμιζόμενων οντοτήτων στην ετήσια έκθεσή τους για τις εκπομπές. Για τη διευκόλυνση και την ενθάρρυνση της έγκαιρης ανταλλαγής πληροφοριών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν οι σχετικές πληροφορίες να είναι διαθέσιμες στις ρυθμιζόμενες οντότητες ήδη πριν από την προθεσμία παρακολούθησης στο υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών. Αντίθετα, οι ρυθμιζόμενες οντότητες πρέπει να υποβάλλουν επαληθευμένες πληροφορίες σχετικά με τους καταναλωτές των καυσίμων που τίθενται σε ανάλωση. Στην περίπτωση αλυσίδων εφοδιασμού με πολλούς διαμεσολαβητές, οι ρυθμιζόμενες οντότητες πρέπει να υποβάλλουν τις πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές, όταν είναι διαθέσιμες. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να παράσχουν τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να βελτιώσουν τις μεθόδους παρακολούθησης των εκπομπών, είτε με τη δημιουργία αλυσίδων επιτήρησης είτε με την ανάπτυξη εθνικών προκαθορισμένων τιμών. |
(32) |
Για να βελτιωθεί η ακρίβεια της παρακολούθησης των εκπομπών και να αποφευχθούν προβλήματα που προκαλούνται από την αποθήκευση και τη μεταπώληση καυσίμων, οι επαληθευμένες πληροφορίες σχετικά με τα καύσιμα που χρησιμοποιήθηκαν πράγματι για καύση κατά το έτος παρακολούθησης θα πρέπει πρωτίστως να χρησιμοποιούνται ως βάση για την αφαίρεση των εκπομπών από τις εκθέσεις της ρυθμιζόμενης οντότητας για τις εκπομπές. Ωστόσο, για να δοθεί ευελιξία στα κράτη μέλη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, είναι σκόπιμο να επιτρέπεται η αφαίρεση με βάση τις πληροφορίες για τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση, συμπεριλαμβανομένων των αποθηκευμένων καυσίμων, υπό την προϋπόθεση ότι τα αποθηκευμένα καύσιμα χρησιμοποιούνται κατά το έτος που έπεται του έτους παρακολούθησης. |
(33) |
Η ακριβής και αξιόπιστη παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές είναι καίριας σημασίας για την ομαλή λειτουργία του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς, τόσο όσον αφορά την περιβαλλοντική ακεραιότητα όσο και την αποδοχή του συστήματος από το κοινό. Δεδομένου ότι τα μέτρα για την αντιμετώπιση δόλιων συμπεριφορών εμπίπτουν κυρίως στην αρμοδιότητα των εθνικών αρμόδιων αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τυχόν περιπτώσεις εσφαλμένης κατηγοριοποίησης ή απάτης, στις οποίες εμπλέκεται οποιοσδήποτε συμμετέχων στην αλυσίδα εφοδιασμού καυσίμων, αντιμετωπίζονται δεόντως και ότι τα εθνικά μέτρα κατά της απάτης είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Λόγω των συνεργειών μεταξύ του υφιστάμενου και του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, καθώς και του πλαισίου που έχει θεσπιστεί για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στην ενέργεια, είναι σκόπιμο να καθιερωθεί μια λειτουργική συνεργασία μεταξύ των σχετικών αρμόδιων αρχών, με σκοπό τον έγκαιρο εντοπισμό των παραβάσεων και τη διασφάλιση συμπληρωματικών διορθωτικών μέτρων. |
(34) |
Μετά την τροποποίηση του παραρτήματος I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ώστε να συμπεριληφθούν οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων από την 1η Ιανουαρίου 2024 για τους σκοπούς της παρακολούθησης, της υποβολής εκθέσεων, της επαλήθευσης και της διαπίστευσης των ελεγκτών σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15 της εν λόγω οδηγίας, θα πρέπει να προστεθούν στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2066 νέες διατάξεις ώστε να καθοριστούν οι απαιτήσεις για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές από εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων που εκτελούν δραστηριότητες καύσης και έχουν συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW. |
(35) |
Τα αστικά απόβλητα ορίζονται με αναφορά στην οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). Η εν λόγω οδηγία τροποποιήθηκε το 2018 προκειμένου να εισαχθεί ορισμός των αστικών αποβλήτων και να αποσαφηνιστεί το πεδίο εφαρμογής της έννοιας. Δεδομένου ότι οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του ΣΕΔΕ της ΕΕ μόνο για τους σκοπούς της παρακολούθησης, της υποβολής εκθέσεων, της επαλήθευσης και της διαπίστευσης, οι εγκαταστάσεις αυτές απαιτούν ειδικές διαδικασίες για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές, η οποία για τις άλλες εγκαταστάσεις πραγματοποιείται στο πλαίσιο του ενωσιακού μητρώου σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής (9). Συνεπώς, το άρθρο 68 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2066 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει ότι τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους, την επαληθευμένη ετήσια έκθεση για τις εκπομπές κάθε εγκατάστασης αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων. Σύμφωνα με τον εν λόγω εκτελεστικό κανονισμό, οι φορείς εκμετάλλευσης υποβάλλουν στην αρμόδια αρχή, έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, έκθεση για τις εκπομπές, η οποία καλύπτει τις ετήσιες εκπομπές της περιόδου αναφοράς και επαληθεύεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067 της Επιτροπής (10). Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να δοθεί στις αρμόδιες αρχές προθεσμία 1 μήνα για να επανεξετάσουν την εν λόγω έκθεση και να την υποβάλουν στην Επιτροπή. Η Επιτροπή θα πρέπει να παράσχει περαιτέρω κατευθυντήριες γραμμές στα σχετικά έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με την υποβολή στις αρμόδιες αρχές. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν βαθμίδες για τα δεδομένα δραστηριότητας, ελάχιστες απαιτούμενες βαθμίδες και συντελεστής εκπομπών καυσίμου για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων. Θα πρέπει επίσης να γίνουν προσαρμογές σχετικά με το ελάχιστο περιεχόμενο των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές, ώστε να καταργηθεί η απαίτηση οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων να παρέχουν αριθμό άδειας, καθώς οι εγκαταστάσεις αυτές ενδέχεται να μη διαθέτουν, και να θεσπιστεί απαίτηση οι εν λόγω εγκαταστάσεις να παρέχουν τους σχετικούς κωδικούς αποβλήτων σύμφωνα με την απόφαση 2014/955/ΕΕ της Επιτροπής (11), όταν μια ροή πηγής, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2066, είναι ένα είδος αποβλήτων. |
(36) |
Μετά την αναδιατύπωση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 αναθεωρήθηκε το 2020. Εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες δυσκολίες όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω νέων κανόνων, όσον αφορά την παρακολούθηση των εκπομπών διεργασίας από πρώτες ύλες με ανθρακικά και μη ανθρακικά άλατα. Απαιτούνται διευκρινίσεις για την παραγωγή γυαλιού, ινών γυαλιού ή ορυκτοβάμβακα. Ως εκ τούτου, οι κανόνες για την παρακολούθηση των εκπομπών διεργασίας από πρώτες ύλες, συμπεριλαμβανομένων των ανθρακικών αλάτων, που ορίζονται στο τμήμα 11 του παραρτήματος IV, θα πρέπει να επικαιροποιηθούν και να αποσαφηνιστούν. |
(37) |
Η παρακολούθηση και η υποβολή εκθέσεων για το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα αρχίσει την 1η Ιανουαρίου 2025. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οι ρυθμιζόμενες οντότητες υποβάλλουν αναφορά για τις ιστορικές εκπομπές για το έτος 2024 και, σύμφωνα με το άρθρο 30β της εν λόγω οδηγίας, οι εν λόγω οντότητες πρέπει να υποβάλουν τα σχέδιά τους για την παρακολούθηση, ώστε να υποβάλουν αίτηση για άδεια εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου η οποία πρέπει να εκδοθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2025. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο οι σχετικές διατάξεις που αφορούν το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών να αρχίσουν να εφαρμόζονται από την 1η Ιουλίου 2024, |
(38) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη θετική γνώμη της επιτροπής για την κλιματική αλλαγή, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 2 Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων για τις εκπομπές των αερίων θερμοκηπίου που καθορίζονται σε σχέση με τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στα παραρτήματα I και III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, στα δεδομένα δραστηριότητας από σταθερές εγκαταστάσεις, στις αεροπορικές δραστηριότητες και στις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση από δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας. Εφαρμόζεται στις εκπομπές, στα δεδομένα δραστηριότητας και στις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση από την 1η Ιανουαρίου 2021.»· |
2) |
Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:
|
3) |
στο άρθρο 15 παράγραφος 4, το στοιχείο β) απαλείφεται· |
4) |
το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:
|
5) |
Το άρθρο 39 τροποποιείται ως εξής:
|
6) |
Στο άρθρο 43 παράγραφος 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Όταν η μέθοδος που προτείνει ο φορέας εκμετάλλευσης συνεπάγεται συνεχή δειγματοληψία από τη ροή απαερίων, και η εγκατάσταση καταναλώνει φυσικό αέριο από το δίκτυο, ο φορέας εκμετάλλευσης αφαιρεί από το σύνολο των μετρούμενων εκπομπών CO2 το CO2 που προέρχεται από οποιοδήποτε βιοαέριο που περιέχεται στο φυσικό αέριο. Το κλάσμα βιομάζας του φυσικού αερίου προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35.»· |
7) |
Το άρθρο 48 τροποποιείται ως εξής:
|
8) |
στο κεφάλαιο IV, ο τίτλος αντικαθίσταται από την ακόλουθη φράση: «ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ»· |
9) |
στο άρθρο 51, η παράγραφος 2 απαλείφεται· |
10) |
στο άρθρο 52, η παράγραφος 2 απαλείφεται· |
11) |
Το άρθρο 53 τροποποιείται ως εξής:
|
12) |
Το άρθρο 54 τροποποιείται ως εξής:
|
13) |
προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 54α: «Άρθρο 54α Ειδικές διατάξεις για επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα 1. Για τους σκοπούς του άρθρου 3γ παράγραφος 6 έκτο εδάφιο της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, ο εμπορικός φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών καθιερώνει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί γραπτή διαδικασία για την παρακολούθηση τυχόν ποσοτήτων επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που χρησιμοποιούνται για υποηχητικές πτήσεις και αναφέρει τις ποσότητες επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που ζητούνται ως χωριστό στοιχείο προς υπόμνηση στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές του. 2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών διασφαλίζει ότι κάθε ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που ζητείται πιστοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που καταγράφονται στη βάση δεδομένων της Ένωσης που έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. 3. Για τα μεικτά αεροπορικά καύσιμα, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί είτε να υποθέτει την απουσία επιλέξιμου αεροπορικού καυσίμου και να εφαρμόζει προκαθορισμένο ορυκτό κλάσμα 100 % είτε να προσδιορίζει επιλέξιμο κλάσμα σύμφωνα με τις παραγράφους 4 ή 5. Ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί επίσης να αναφέρει καθαρό επιλέξιμο αεροπορικό καύσιμο με επιλέξιμο κλάσμα 100 %. 4. Όταν τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα αναμειγνύονται φυσικώς με ορυκτά καύσιμα και παραδίδονται στο αεροσκάφος σε φυσικώς αναγνωρίσιμες παρτίδες, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να βασίσει την εκτίμηση του επιλέξιμου περιεχομένου σε ισοζύγιο μάζας των ορυκτών καυσίμων και των επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που αγοράζονται. Επιπλέον, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα καταλογίζονται στην πτήση αμέσως μετά τον ανεφοδιασμό της εν λόγω πτήσης. Όταν μεταξύ των πτήσεων αυτών εκτελούνται πολλές επόμενες πτήσεις χωρίς ανεφοδιασμό με καύσιμο, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών κατανέμει την ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων και την καταλογίζει στις πτήσεις αυτές κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από τις εν λόγω πτήσεις που υπολογίζονται με τη χρήση του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών. 5. Όταν σε ένα αεροδρόμιο τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα δεν μπορούν να καταλογιστούν σε συγκεκριμένη πτήση, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών καταλογίζει τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα στις πτήσεις του για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από τις πτήσεις που αναχωρούν από το εν λόγω αεροδρόμιο, υπολογιζόμενες με χρήση του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών. Ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να προσδιορίζει το επιλέξιμο κλάσμα χρησιμοποιώντας αρχεία αγορών επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων ισοδύναμου ενεργειακού περιεχομένου, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα παραδόθηκαν στο σύστημα τροφοδοσίας καυσίμου του αεροδρομίου αναχώρησης κατά την περίοδο αναφοράς ή 3 μήνες πριν από την έναρξη ή 3 μήνες μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου αναφοράς. 6. Για τους σκοπούς των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι:
Για τους σκοπούς των στοιχείων α) έως γ) του πρώτου εδαφίου, κάθε καύσιμο που παραμένει σε δεξαμενές μετά την πτήση και πριν από τον ανεφοδιασμό θεωρείται ότι είναι 100 % ορυκτό καύσιμο. Για τους σκοπούς της απόδειξης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) της παρούσας παραγράφου και, κατά περίπτωση, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που καταγράφονται στη βάση δεδομένων της Ένωσης που έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. 7. Όταν ο συντελεστής εκπομπών επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων είναι μηδέν, ο συντελεστής εκπομπών για κάθε μεικτό αεροπορικό καύσιμο υπολογίζεται και αναφέρεται στις εκθέσεις ως το γινόμενο του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών επί το ορυκτό κλάσμα του καυσίμου.»· |
14) |
Στο άρθρο 55 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 53, οι μικροί πρόξενοι εκπομπών επιτρέπεται να υπολογίζουν την κατανάλωση καυσίμου χρησιμοποιώντας τα εργαλεία που εφαρμόζει ο Eurocontrol ή άλλος συναφής οργανισμός, με τα οποία είναι δυνατή η επεξεργασία όλων των σχετικών πληροφοριών εναέριας κυκλοφορίας και η αποφυγή της υποεκτίμησης των εκπομπών.»· |
15) |
το άρθρο 57 απαλείφεται· |
16) |
Το άρθρο 58 τροποποιείται ως εξής:
|
17) |
Το άρθρο 59 τροποποιείται ως εξής:
|
18) |
Στο άρθρο 64 παράγραφος 2 το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
19) |
Το άρθρο 67 τροποποιείται ως εξής:
|
20) |
Το άρθρο 68 τροποποιείται ως εξής:
|
21) |
στο άρθρο 69 παράγραφος 1, τα στοιχεία α) έως γ) τροποποιούνται ως εξής:
|
22) |
Το άρθρο 72 τροποποιείται ως εξής:
|
23) |
Στο άρθρο 74 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης και τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά πρότυπα (templates) ή συγκεκριμένους μορφότυπους αρχείων για την υποβολή, αφενός των σχεδίων παρακολούθησης και των τροποποιήσεών τους και, αφετέρου, των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές, των εκθέσεων επαλήθευσης και των εκθέσεων βελτίωσης.»· |
24) |
προστίθενται τα ακόλουθα κεφάλαια VIΙα και VIΙβ: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙα ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΠΟ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΤΜΗΜΑ 1 Γενικές διατάξεις Άρθρο 75a Γενικές αρχές Τα άρθρα 4, 5, 6, 7, 8, 9 και 10 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται στις εκπομπές, στις ρυθμιζόμενες οντότητες και στα δικαιώματα που καλύπτονται από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Για τον σκοπό αυτό:
Άρθρο 75β ΣΧΕΔΙΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ 1. Εφαρμόζονται το άρθρο 11, το άρθρο 12 παράγραφος 2, τα άρθρα 13 και 14, το άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 16. Για τον σκοπό αυτό:
2. Το αργότερο 4 μήνες πριν η ρυθμιζόμενη οντότητα αρχίσει να ασκεί τη δραστηριότητα που καλύπτεται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, υποβάλλει στην αρμόδια αρχή σχέδιο παρακολούθησης προς έγκριση, εκτός εάν η αρμόδια αρχή έχει ορίσει εναλλακτική προθεσμία για την εν λόγω υποβολή. Το σχέδιο παρακολούθησης συνίσταται σε λεπτομερή και πλήρη τεκμηρίωση, με διαφάνεια, της μεθοδολογίας παρακολούθησης που εφαρμόζει η ρυθμιζόμενη οντότητα και περιλαμβάνει τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στο παράρτημα I. Παράλληλα με το σχέδιο παρακολούθησης, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει τα αποτελέσματα εκτίμησης κινδύνου που αποδεικνύουν ότι οι προτεινόμενες ελεγκτικές δραστηριότητες και διαδικασίες για τις ελεγκτικές δραστηριότητες είναι ανάλογες προς τους εγγενείς κινδύνους και τους κινδύνους του ελέγχου που έχουν εντοπιστεί. 3. Σύμφωνα με το άρθρο 15, οι σημαντικές τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης μιας ρυθμιζόμενης οντότητας περιλαμβάνουν:
Άρθρο 75γ Τεχνική εφικτότητα Εάν μια ρυθμιζόμενη οντότητα ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή συγκεκριμένης μεθοδολογίας παρακολούθησης δεν είναι τεχνικά εφικτή, η αρμόδια αρχή εκτιμά την τεχνική εφικτότητα λαμβάνοντας υπόψη την αιτιολογία της ρυθμιζόμενης οντότητας. Η εν λόγω αιτιολογία βασίζεται στο κατά πόσον η ρυθμιζόμενη οντότητα διαθέτει τεχνικούς πόρους ικανούς να καλύψουν τις ανάγκες του προτεινόμενου συστήματος ή την προτεινόμενη απαίτηση, οι οποίοι μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή κατά τον απαιτούμενο χρόνο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Οι τεχνικοί αυτοί πόροι περιλαμβάνουν τη διαθεσιμότητα των απαιτούμενων τεχνικών και τεχνολογίας. Για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις ιστορικές εκπομπές για το έτος 2024 σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις ρυθμιζόμενες οντότητες από την υποχρέωση να αιτιολογούν ότι μια συγκεκριμένη μεθοδολογία παρακολούθησης δεν είναι τεχνικά εφικτή. Άρθρο 75δ Αδικαιολόγητο κόστος 1. Εάν η ρυθμιζόμενη οντότητα ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή συγκεκριμένης μεθοδολογίας παρακολούθησης θα συνεπαγόταν αδικαιολόγητο κόστος, η αρμόδια αρχή αξιολογεί αν το κόστος είναι αδικαιολόγητο λαμβάνοντας υπόψη την αιτιολογία της ρυθμιζόμενης οντότητας. Η αρμόδια αρχή θεωρεί το κόστος αδικαιολόγητο, εάν η εκτίμηση του κόστους υπερβαίνει το όφελος. Για τον σκοπό αυτόν, το όφελος υπολογίζεται ως το γινόμενο ενός συντελεστή βελτίωσης επί μια τιμή αναφοράς 60 EUR ανά δικαίωμα. Το κόστος περιλαμβάνει κατάλληλη περίοδο απόσβεσης με βάση τη διάρκεια ωφέλιμης ζωής του εξοπλισμού. 2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η ρυθμιζόμενη οντότητα εξετάζει το κόστος της εφαρμογής συγκεκριμένης μεθοδολογίας παρακολούθησης που βαρύνει τους καταναλωτές των ροών καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι τελικοί καταναλωτές. Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει συντηρητικές εκτιμήσεις του κόστους. Για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις ιστορικές εκπομπές για το έτος 2024 σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις ρυθμιζόμενες οντότητες από την υποχρέωση να αιτιολογούν ότι μια συγκεκριμένη μεθοδολογία παρακολούθησης θα συνεπαγόταν αδικαιολόγητο κόστος. 3. Κατά την αξιολόγηση του αδικαιολόγητου χαρακτήρα του κόστους σε σχέση με την επιλογή βαθμίδων για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση εκ μέρους της ρυθμιζόμενης οντότητας, η αρμόδια αρχή χρησιμοποιεί ως συντελεστή βελτίωσης της παραγράφου 1 τη διαφορά μεταξύ της αβεβαιότητας που έχει επιτευχθεί τη στιγμή εκείνη και του ορίου αβεβαιότητας της βαθμίδας που αναμένεται να επιτευχθεί χάρη στη βελτίωση, πολλαπλασιαζόμενη επί τις μέσες ετήσιες εκπομπές που προκλήθηκαν από τη συγκεκριμένη ροή καυσίμου κατά τα τρία τελευταία έτη. Ελλείψει σχετικών δεδομένων για τις μέσες ετήσιες εκπομπές που προκλήθηκαν από αυτήν τη ροή καυσίμου κατά τα τρία τελευταία έτη, η ρυθμιζόμενη οντότητα παρέχει συντηρητική εκτίμηση των ετήσιων μέσων εκπομπών, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα. Για τα όργανα μετρήσεων που υπόκεινται σε εθνικό νόμιμο μετρολογικό έλεγχο, η αβεβαιότητα που έχει επιτευχθεί τη στιγμή εκείνη μπορεί να αντικαθίσταται από το μέγιστο επιτρεπτό σφάλμα κατά τη λειτουργία το οποίο επιτρέπεται από τη σχετική εθνική νομοθεσία. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5, υπό τον όρο ότι η ρυθμιζόμενη οντότητα έχει στη διάθεσή της τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας που χρησιμοποιούνται για καύση. 4. Κατά την αξιολόγηση του αδικαιολόγητου χαρακτήρα του κόστους σε σχέση με την επιλογή των επιπέδων βαθμίδας για τον προσδιορισμό του συντελεστή εύρους της ρυθμιζόμενης οντότητας και σε σχέση με τα μέτρα που αυξάνουν το επίπεδο ποιότητας των στοιχείων σχετικά με τις αναφερόμενες στις εκθέσεις εκπομπές, χωρίς όμως να επιδρούν άμεσα στην ακρίβεια των δεδομένων σχετικά με τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, η αρμόδια αρχή χρησιμοποιεί συντελεστή βελτίωσης ίσο με το 1 % των μέσων ετήσιων εκπομπών των αντίστοιχων ροών καυσίμου των τελευταίων τριών περιόδων αναφοράς. Τα μέτρα που βελτιώνουν ποιοτικά τις αναφερόμενες στις εκθέσεις εκπομπές, αλλά χωρίς όμως να επιδρούν άμεσα στην ακρίβεια των δεδομένων σχετικά με τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, μπορούν να περιλαμβάνουν:
5. Τα μέτρα που σχετίζονται με τη βελτίωση της μεθοδολογίας παρακολούθησης μιας ρυθμιζόμενης οντότητας δεν θεωρείται ότι συνεπάγονται αδικαιολόγητο κόστος μέχρι συνολικού ποσού 4 000 EUR ανά περίοδο αναφοράς. Για τις ρυθμιζόμενες οντότητες με χαμηλά επίπεδα εκπομπών το όριο αυτό είναι 1 000 EUR ανά περίοδο αναφοράς. Άρθρο 75ε Κατάταξη ρυθμιζόμενων οντοτήτων και ροών καυσίμου 1. Για τους σκοπούς της παρακολούθησης των εκπομπών και του προσδιορισμού των ελάχιστων απαιτήσεων για τις βαθμίδες για τους σχετικούς συντελεστές υπολογισμού, κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει την κατηγορία της σύμφωνα με την παράγραφο 2 και, κατά περίπτωση, κάθε ροή καυσίμου σύμφωνα με την παράγραφο 3. 2. Η ρυθμιζόμενη οντότητα κατατάσσεται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
Από το 2031 και μετά οι οντότητες των κατηγοριών Α και Β που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου προσδιορίζονται με βάση τις μέσες επαληθευμένες ετήσιες εκπομπές κατά την αμέσως προηγούμενη της τρέχουσας περιόδου εμπορίας. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφος 2, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στη ρυθμιζόμενη οντότητα να μην τροποποιήσει το σχέδιο παρακολούθησης όταν, με βάση τις επαληθευμένες εκπομπές, υπάρχει υπέρβαση του ορίου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο για την ταξινόμηση της ρυθμιζόμενης οντότητας, αλλά η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι δεν έχει ήδη σημειωθεί υπέρβαση του εν λόγω ορίου κατά τις πέντε προηγούμενες περιόδους αναφοράς και ότι δεν θα υπάρξει νέα υπέρβασή του κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων περιόδων αναφοράς. 3. Η ρυθμιζόμενη οντότητα κατατάσσει κάθε ροή καυσίμου σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφος 2, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στη ρυθμιζόμενη οντότητα να μην τροποποιήσει το σχέδιο παρακολούθησης αν, με βάση τις επαληθευμένες εκπομπές, υπάρχει υπέρβαση του ορίου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο για την ταξινόμηση μιας ροής καυσίμου ως αμελητέας, αλλά η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι δεν έχει ήδη σημειωθεί υπέρβαση του εν λόγω ορίου κατά τις πέντε τελευταίες περιόδους αναφοράς και ότι δεν θα υπάρξει νέα υπέρβασή του κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων περιόδων αναφοράς. 4. Εάν οι μέσες επαληθευμένες ετήσιες εκπομπές που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της κατηγορίας της ρυθμιζόμενης οντότητας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, δεν είναι διαθέσιμες ή δεν είναι πλέον αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς της παραγράφου 2, η ρυθμιζόμενη οντότητα χρησιμοποιεί συντηρητική εκτίμηση των ετήσιων μέσων εκπομπών, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα για τον προσδιορισμό της κατηγορίας της ρυθμιζόμενης οντότητας. 5. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5. Άρθρο 75στ Μεθοδολογία παρακολούθησης Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις ετήσιες εκπομπές CO2 από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ πολλαπλασιάζοντας για κάθε ροή καυσίμου την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση με τον αντίστοιχο συντελεστή μετατροπής μονάδας, τον αντίστοιχο συντελεστή εύρους και τον αντίστοιχο συντελεστή εκπομπών. Ο συντελεστής εκπομπών εκφράζεται σε τόνους CO2 ανά terajoule (tCO2/TJ) σύμφωνα με τη χρήση του συντελεστή μετατροπής μονάδας. Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση συντελεστών εκπομπών για καύσιμα εκφραζόμενων σε tCO2/t ή tCO2/Nm3. Στις περιπτώσεις αυτές, η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις εκπομπές, πολλαπλασιάζοντας την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση, εκφραζόμενη σε τόνους ή σε κανονικά κυβικά μέτρα, επί τον αντίστοιχο συντελεστή εύρους και επί τον αντίστοιχο συντελεστή εκπομπών. Άρθρο 75ζ Προσωρινές αλλαγές στη μεθοδολογία παρακολούθησης 1. Όταν, για τεχνικούς λόγους, δεν είναι εφικτή προσωρινά η εφαρμογή του σχεδίου παρακολούθησης όπως έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή, η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει την ανώτατη εφικτή βαθμίδα ή, εκτός από τον συντελεστή εύρους, μία συντηρητική προσέγγιση χωρίς βαθμίδες, εάν η εφαρμογή μιας βαθμίδας δεν είναι εφικτή, έως ότου αποκατασταθούν οι συνθήκες εφαρμογής της βαθμίδας που έχει εγκριθεί στο σχέδιο παρακολούθησης. Η ρυθμιζόμενη οντότητα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την άμεση συνέχιση της εφαρμογής του σχεδίου παρακολούθησης που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή. 2. Η ρυθμιζόμενη οντότητα γνωστοποιεί αμελλητί στην αρμόδια αρχή την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 προσωρινή αλλαγή στη μεθοδολογία παρακολούθησης, αναφέροντας:
ΤΜΗΜΑ 2 Βασιζόμενη σε υπολογισμούς μεθοδολογία
Άρθρο 75η Εφαρμοστέες βαθμίδες για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και συντελεστές υπολογισμού 1. Κατά τον ορισμό των σχετικών βαθμίδων για τις μείζονες ροές καυσίμου, για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και του κάθε συντελεστή υπολογισμού, κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα:
Ωστόσο, για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και τους συντελεστές υπολογισμού των μειζόνων ροών καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει βαθμίδα έως δύο επίπεδα χαμηλότερη από την απαιτούμενη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, με κατώτατο όριο τη βαθμίδα 1, εάν αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η απαιτούμενη βαθμίδα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο ή, κατά περίπτωση, η αμέσως υψηλότερη βαθμίδα, δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος. 2. Για αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσδιορίζει τις ποσότητες καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση και κάθε συντελεστή υπολογισμού χρησιμοποιώντας συντηρητικές εκτιμήσεις αντί βαθμίδων, εκτός εάν η οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια. Για τις ροές καυσίμου που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσδιορίζει τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση με βάση τιμολόγια ή αρχεία αγορών, εκτός εάν η οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια. 3. Στις περιπτώσεις που η αρμόδια αρχή έχει επιτρέψει τη χρήση συντελεστών εκπομπών εκφραζόμενων σε tCO2/t ή tCO2/Nm3 για τα καύσιμα, ο συντελεστής μετατροπής μονάδας μπορεί να παρακολουθείται με τη χρήση συντηρητικής εκτίμησης αντί βαθμίδων, εκτός εάν η οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια. Άρθρο 75θ Εφαρμοστέες βαθμίδες για τον συντελεστή εύρους 1. Κατά τον ορισμό των σχετικών βαθμίδων για τις ροές καυσίμου, για τον ορισμό του συντελεστή εύρους, κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει την ανώτατη βαθμίδα όπως ορίζεται στο παράρτημα IΙα. Ωστόσο, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει βαθμίδα κατά μία βαθμίδα χαμηλότερη από την απαιτούμενη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, εάν αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η απαιτούμενη βαθμίδα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν είναι τεχνικά εφικτή, συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος ή ότι οι μέθοδοι που παρατίθενται στο άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ) δεν είναι διαθέσιμες. Εάν το δεύτερο εδάφιο δεν εφαρμόζεται, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει βαθμίδα κατά δύο βαθμίδες χαμηλότερη από την απαιτούμενη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, με κατώτατο όριο τη βαθμίδα 1, εάν αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η απαιτούμενη βαθμίδα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν είναι τεχνικά εφικτή, συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος ή ότι, βάσει απλουστευμένης εκτίμησης αβεβαιότητας, οι μέθοδοι που ορίζονται σε χαμηλότερες βαθμίδες οδηγούν σε ακριβέστερο προσδιορισμό του αν το καύσιμο χρησιμοποιείται για καύση σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Όταν, για μια ροή καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα χρησιμοποιεί περισσότερες από μία μεθόδους που παρατίθενται στο άρθρο 75ιβ παράγραφοι 2, 3 και 4, υποχρεούται να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου μόνο όσον αφορά το μερίδιο της ποσότητας καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση, για το οποίο ζητείται η μέθοδος χαμηλότερης βαθμίδας. 2. Για αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, εκτός εάν μια οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια.
Άρθρο 75ι Προσδιορισμός των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση 1. Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις τιθέμενες σε ανάλωση ποσότητες καυσίμου μιας ροής καυσίμου με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:
Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις ρυθμιζόμενες οντότητες να χρησιμοποιούν, κατά περίπτωση, μόνο τη μέθοδο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α). 2. Στις περιπτώσεις όπου ο προσδιορισμός των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση για ολόκληρο το ημερολογιακό έτος δεν είναι τεχνικά εφικτός ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος, και με την επιφύλαξη της έγκρισης από την αρμόδια αρχή, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να επιλέξει την επόμενη καταλληλότερη ημέρα για να διαχωρίσει ένα έτος παρακολούθησης από το επόμενο έτος, και να προσαρμόσει αναλόγως τα στοιχεία προς το απαιτούμενο ημερολογιακό έτος. Οι συνακόλουθες αποκλίσεις που αφορούν μία ή περισσότερες ροές καυσίμου τεκμηριώνονται στο σχέδιο παρακολούθησης, καταγράφονται επακριβώς, αποτελούν τη βάση μιας αντιπροσωπευτικής για το ημερολογιακό έτος τιμής και λαμβάνονται με συνέπεια υπόψη για το επόμενο έτος. Η Επιτροπή μπορεί να παρέχει τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές. Κατά τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 28 και 29, με εξαίρεση το άρθρο 28 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίοδος και τρίτο εδάφιο. Για τον σκοπό αυτόν, κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης ή εγκατάσταση νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα. Η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να απλουστεύσει την εκτίμηση αβεβαιότητας, χρησιμοποιώντας την παραδοχή ότι τα μέγιστα επιτρεπτά σφάλματα κατά τη λειτουργία που προβλέπονται στις προδιαγραφές του οργάνου μετρήσεων θεωρούνται ως η αβεβαιότητα για το σύνολο της περιόδου αναφοράς, όπως απαιτείται βάσει των ορισμών των βαθμίδων στο παράρτημα IΙα. 3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 75η, όταν χρησιμοποιείται η μέθοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσδιορίζει τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση χωρίς να χρησιμοποιεί βαθμίδες. Οι αρμόδιες αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή έως τις 30 Ιουνίου 2026 σχετικά με την πρακτική εφαρμογή και τα επίπεδα αβεβαιότητας της μεθόδου που αναφέρεται στο εν λόγω στοιχείο.
Άρθρο 75ια Προσδιορισμός των συντελεστών υπολογισμού 1. Εφαρμόζονται το άρθρο 30, το άρθρο 31 παράγραφοι 1, 2 και 3 και τα άρθρα 32, 33, 34 και 35. Για τον σκοπό αυτό:
2. Η αρμόδια αρχή μπορεί να απαιτήσει από τη ρυθμιζόμενη οντότητα να προσδιορίσει τον συντελεστή μετατροπής μονάδας και τον συντελεστή εκπομπών των καυσίμων, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, χρησιμοποιώντας τις ίδιες βαθμίδες που απαιτούνται για τα τυπικά καύσιμα του εμπορίου, υπό την προϋπόθεση ότι, σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες παραμέτρους παρουσιάζει διάστημα εμπιστοσύνης 95 %:
Πριν από την εφαρμογή της εν λόγω παρέκκλισης, η αρμόδια αρχή υποβάλλει προς έγκριση στην Επιτροπή σύνοψη της μεθόδου και των πηγών δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για να διαπιστωθεί αν πληρούται μία από αυτές τις προϋποθέσεις κατά τα τελευταία 3 έτη και να διασφαλιστεί ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν είναι σύμφωνες με τις μέσες τιμές που χρησιμοποιούν οι φορείς εκμετάλλευσης στο αντίστοιχο εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Η αρμόδια αρχή μπορεί να συλλέγει ή να ζητεί τέτοια αποδεικτικά στοιχεία. Τουλάχιστον κάθε 3 έτη επανεξετάζει τις χρησιμοποιούμενες τιμές και γνωστοποιεί στην Επιτροπή τυχόν σημαντικές αλλαγές, λαμβάνοντας υπόψη τον μέσο όρο των τιμών που χρησιμοποιούν οι φορείς εκμετάλλευσης στο αντίστοιχο εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Η Επιτροπή μπορεί να επανεξετάζει τακτικά τη συνάφεια της παρούσας διάταξης και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά καυσίμων και στις ευρωπαϊκές διαδικασίες τυποποίησης. Άρθρο 75ιβ Προσδιορισμός του συντελεστή εύρους 1. Όταν οι τεθείσες σε ανάλωση ποσότητες καυσίμου μιας ροής καυσίμου χρησιμοποιούνται μόνο για καύση σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, ο συντελεστής εύρους ορίζεται σε 1. Όταν οι τεθείσες σε ανάλωση ποσότητες καυσίμου μιας ροής καυσίμου χρησιμοποιούνται μόνο για καύση σε τομείς που καλύπτονται από τα κεφάλαια II και III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, με εξαίρεση τις εγκαταστάσεις που εξαιρούνται δυνάμει του άρθρου 27α της εν λόγω οδηγίας, ο συντελεστής εύρους ορίζεται στο μηδέν, υπό την προϋπόθεση ότι η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ότι έχει αποφευχθεί η διπλή προσμέτρηση [διπλοεγγραφές] που αναφέρεται στο άρθρο 30στ παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει συντελεστή εύρους για κάθε ροή καυσίμου είτε με την εφαρμογή των μεθόδων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 είτε με προκαθορισμένη τιμή σύμφωνα με την παράγραφο 3, ανάλογα με την εφαρμοστέα βαθμίδα. 2. Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τον συντελεστή εύρους με βάση μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες μεθόδους, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εφαρμοστέας βαθμίδας όπως ορίζεται στο παράρτημα IΙα του παρόντος κανονισμού:
3. Όταν, με την επιφύλαξη των απαιτούμενων βαθμίδων, η εφαρμογή των μεθόδων που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να χρησιμοποιήσει την προκαθορισμένη τιμή 1. 4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόσει προκαθορισμένη τιμή χαμηλότερη του 1, υπό την προϋπόθεση ότι:
5. Όταν, για μια ροή καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα χρησιμοποιεί περισσότερες από μία μεθόδους που παρατίθενται στις παραγράφους 2, 3 και 4, ορίζει τον συντελεστή εύρους ως τον σταθμισμένο μέσο όρο των διαφόρων συντελεστών εύρους που προκύπτουν από τη χρήση κάθε μεθόδου. Για κάθε μέθοδο που χρησιμοποιείται, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με το είδος της μεθόδου, τον σχετικό συντελεστή εύρους, την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση και τον κωδικό από τον κοινό μορφότυπο υποβολής εκθέσεων για τα εθνικά συστήματα απογραφής αερίων θερμοκηπίου, όπως έχει εγκριθεί από τα αντίστοιχα όργανα της σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή [κώδικας κοινού μορφότυπου υποβολής εκθέσεων (CRF)], στον διαθέσιμο βαθμό λεπτομέρειας. 6. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και το άρθρο 75θ, ένα κράτος μέλος μπορεί να απαιτεί από τις ρυθμιζόμενες οντότητες να χρησιμοποιούν συγκεκριμένη μέθοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ή προκαθορισμένη τιμή για συγκεκριμένο τύπο καυσίμου ή σε συγκεκριμένη περιοχή εντός της επικράτειάς τους. Η χρήση προκαθορισμένων τιμών σε εθνικό επίπεδο υπόκειται στην έγκριση της Επιτροπής. Κατά την έγκριση της προκαθορισμένης τιμής σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή εξετάζει το κατάλληλο επίπεδο εναρμόνισης των μεθοδολογιών μεταξύ των κρατών μελών, την ισορροπία μεταξύ ακρίβειας, διοικητικής αποτελεσματικότητας και επιπτώσεων της μετακύλισης του κόστους για τους καταναλωτές, καθώς και τον πιθανό κίνδυνο παράκαμψης των υποχρεώσεων που απορρέουν από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Οποιαδήποτε προκαθορισμένη τιμή για την εθνική ροή καυσίμου που χρησιμοποιείται δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν είναι χαμηλότερη από 0,95 για χρήση καυσίμων σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ούτε υψηλότερη από 0,05 για χρήση καυσίμων σε τομείς που δεν καλύπτονται από το εν λόγω παράρτημα. 7. Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις εφαρμοζόμενες μεθόδους ή τις προκαθορισμένες τιμές στο σχέδιο παρακολούθησης.
Άρθρο 75ιγ Θέση ροών καυσίμου βιομάζας σε ανάλωση 1. Εφαρμόζονται το άρθρο 38 και το άρθρο 39, με εξαίρεση την παράγραφο 2 και την παράγραφο 2α. Για τον σκοπό αυτό:
2. Όταν εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5, λαμβάνονται υπόψη οι παρεκκλίσεις για τα όρια σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, υπό την προϋπόθεση ότι η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσκομίσει τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία κατά τρόπο ικανοποιητικό για την αρμόδια αρχή. Η Επιτροπή μπορεί να παρέχει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο περαιτέρω εφαρμογής των εν λόγω παρεκκλίσεων για τα όρια. 3. Όταν, με την επιφύλαξη της απαιτούμενης βαθμίδας, η ρυθμιζόμενη οντότητα πρέπει να διενεργήσει αναλύσεις για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας, το πράττει με βάση ένα σχετικό πρότυπο και τις αναλυτικές μεθόδους που περιλαμβάνονται σε αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση του εν λόγω προτύπου και της αναλυτικής μεθόδου έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή. Όταν, με την επιφύλαξη της απαιτούμενης βαθμίδας, η ρυθμιζόμενη οντότητα πρέπει να διενεργήσει αναλύσεις για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας, αλλά η εφαρμογή του πρώτου εδαφίου δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει προς έγκριση στην αρμόδια αρχή εναλλακτική μέθοδο εκτίμησης για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας. ΤΜΗΜΑ 3 Λοιπές διατάξεις Άρθρο 75ιδ Ρυθμιζόμενες οντότητες με χαμηλά επίπεδα εκπομπών 1. Η αρμόδια αρχή μπορεί να θεωρήσει μια ρυθμιζόμενη οντότητα ότι είναι ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών όταν πληρούται τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5. 2. Η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών δεν υποχρεούται να υποβάλει τα δικαιολογητικά έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο. 3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 75ι, η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών μπορεί να προσδιορίζει την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση χρησιμοποιώντας τα διαθέσιμα και τεκμηριωμένα αρχεία προμηθειών και τις εκτιμώμενες μεταβολές αποθεμάτων. 4. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 75η, η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών μπορεί να εφαρμόζει τουλάχιστον τη βαθμίδα 1 για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και των συντελεστών υπολογισμού για όλες τις ροές καυσίμου, εκτός εάν μπορεί να επιτευχθεί μεγαλύτερη ακρίβεια χωρίς πρόσθετη προσπάθεια για τη ρυθμιζόμενη οντότητα. 5. Για τον προσδιορισμό των συντελεστών υπολογισμού μέσω αναλύσεων σύμφωνα με το άρθρο 32, η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών μπορεί να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε εργαστήριο διαθέτει τεχνική ικανότητα, καθώς και την ικανότητα να παράγει έγκυρα από τεχνικής πλευράς αποτελέσματα χρησιμοποιώντας τις σχετικές αναλυτικές διαδικασίες και παρέχει αποδείξεις για τα μέτρα διασφάλισης της ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 3. 6. Εάν μια ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών που υπόκειται σε απλουστευμένη παρακολούθηση υπερβεί το όριο της παραγράφου 2 στη διάρκεια οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους, η εν λόγω ρυθμιζόμενη οντότητα γνωστοποιεί αμελλητί το γεγονός στην αρμόδια αρχή. Η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει αμελλητί στην αρμόδια αρχή προς έγκριση τις σημαντικές τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης κατά την έννοια του άρθρου 15 παράγραφος 3 στοιχείο β). Ωστόσο, η αρμόδια αρχή επιτρέπει στη ρυθμιζόμενη οντότητα να συνεχίσει την απλουστευμένη παρακολούθηση, υπό τον όρο ότι η εν λόγω ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι δεν έχει ήδη σημειωθεί υπέρβαση του ορίου της παραγράφου 2 κατά τις πέντε τελευταίες περιόδους αναφοράς και ότι δεν θα υπάρξει νέα υπέρβαση από την επόμενη περίοδο αναφοράς και εφεξής. Άρθρο 75ιε Διαχείριση και έλεγχος των δεδομένων Εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου V. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα. Άρθρο 75ιστ Ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές 1. Από το 2026 η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει στην αρμόδια αρχή έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους έκθεση για τις εκπομπές, η οποία καλύπτει τις ετήσιες εκπομπές της περιόδου αναφοράς και επαληθεύεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067. Το 2025 η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει στην αρμόδια αρχή έως τις 30 Απριλίου έκθεση για τις εκπομπές που καλύπτει τις ετήσιες εκπομπές του 2024. Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στην εν λόγω έκθεση είναι σύμφωνες με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις ρυθμιζόμενες οντότητες να υποβάλλουν τις ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο πριν από τις 30 Απριλίου, υπό την προϋπόθεση ότι η έκθεση υποβάλλεται το νωρίτερο 1 μήνα μετά την προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 68 παράγραφος 1. 2. Οι ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα X. Άρθρο 75ιζ Υποβολή εκθέσεων σχετικά με βελτιώσεις της μεθοδολογίας παρακολούθησης 1. Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα ελέγχει τακτικά αν η εφαρμοζόμενη μεθοδολογία παρακολούθησης επιδέχεται βελτίωση. Οι ρυθμιζόμενες οντότητες υποβάλλουν προς έγκριση στην αρμόδια αρχή έκθεση, η οποία περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή 3, κατά περίπτωση, τηρώντας τις ακόλουθες προθεσμίες:
Ωστόσο, η αρμόδια αρχή μπορεί να καθορίσει εναλλακτική ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της έκθεσης, όχι όμως μεταγενέστερη της 30ής Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους και μπορεί να εγκρίνει, μαζί με το σχέδιο παρακολούθησης ή την έκθεση βελτίωσης, παράταση της προθεσμίας που ισχύει σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, εάν η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής, κατόπιν υποβολής σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 75β ή κατόπιν γνωστοποίησης επικαιροποιήσεων σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, ή κατόπιν υποβολής της έκθεσης βελτίωσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ότι οι λόγοι στους οποίους οφείλεται το αδικαιολόγητο κόστος ή για τους οποίους τα μέτρα βελτίωσης δεν είναι τεχνικά εφικτά θα εξακολουθήσουν να συντρέχουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η παράταση λαμβάνει υπόψη τον αριθμό των ετών για τα οποία η ρυθμιζόμενη οντότητα παρέχει αποδείξεις. Το συνολικό χρονικό διάστημα μεταξύ των εκθέσεων βελτίωσης δεν υπερβαίνει τα 4 έτη για ρυθμιζόμενη οντότητα κατηγορίας Β ή τα 5 έτη για ρυθμιζόμενη οντότητα κατηγορίας Α. 2. Εάν η ρυθμιζόμενη οντότητα δεν εφαρμόζει στις μείζονες ροές καυσίμου τουλάχιστον τις βαθμίδες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 75η παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και σύμφωνα με το άρθρο 75θ παράγραφος 1, η ρυθμιζόμενη οντότητα αναφέρει τους λόγους για τους οποίους η εφαρμογή των απαιτούμενων βαθμίδων δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος. Ωστόσο, εφόσον διαπιστωθεί ότι τα μέτρα που χρειάζονται για την επίτευξη των εν λόγω βαθμίδων έχουν καταστεί τεχνικώς εφικτά και δεν συνεπάγονται πλέον αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή τις κατάλληλες τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 75β και υποβάλλει προτάσεις για την εφαρμογή των σχετικών μέτρων και το χρονοδιάγραμμά της. 3. Όταν η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει προκαθορισμένο συντελεστή εύρους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 75ιβ παράγραφοι 3 και 4, η ρυθμιζόμενη οντότητα παρέχει αιτιολόγηση του λόγου για τον οποίο η εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 για μία ή περισσότερες μείζονες ή αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος. Ωστόσο, εάν διαπιστωθεί ότι για τις εν λόγω ροές καυσίμου η εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 έχει καταστεί τεχνικώς εφικτή και δεν συνεπάγεται πλέον αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή τις κατάλληλες τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 75β και υποβάλλει προτάσεις για την εφαρμογή των σχετικών μέτρων και το χρονοδιάγραμμά της. 4. Όταν στην έκθεση επαλήθευσης που συντάσσεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067 αναφέρονται εκκρεμείς καταστάσεις έλλειψης συμμόρφωσης ή διατυπώνονται συστάσεις για βελτιώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 27, 29 και 30 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει προς έγκριση στην αρμόδια αρχή έκθεση έως τις 31 Ιουλίου του έτους έκδοσης της έκθεσης επαλήθευσης από τον ελεγκτή. Στην εν λόγω έκθεση αναφέρονται ο τρόπος και ο χρόνος κατά τον οποίο η ρυθμιζόμενη οντότητα διόρθωσε ή σκοπεύει να διορθώσει την έλλειψη συμμόρφωσης που εντόπισε ο ελεγκτής και να υλοποιήσει τις συνιστώμενες βελτιώσεις. Η αρμόδια αρχή μπορεί να καθορίσει εναλλακτική ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της έκθεσης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, όχι όμως μεταγενέστερη της 30ής Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Η έκθεση αυτή μπορεί να συνδυαστεί, κατά περίπτωση, με την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Εάν οι συνιστώμενες βελτιώσεις δεν οδηγούν σε βελτίωση της μεθοδολογίας παρακολούθησης, η ρυθμιζόμενη οντότητα αιτιολογεί την άποψη αυτή. Εάν οι συνιστώμενες βελτιώσεις συνεπάγονται αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον αδικαιολόγητο χαρακτήρα του κόστους. 5. Η παράγραφος 4 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται, ότανη ρυθμιζόμενη οντότητα έχει ήδη αντιμετωπίσει όλες τις καταστάσεις έλλειψης συμμόρφωσης, έχει λάβει υπόψη της τις συστάσεις για βελτιώσεις και έχει υποβάλει σχετικές τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης για έγκριση στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 75β του παρόντος κανονισμού πριν από την ημερομηνία που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Άρθρο 75ιη Προσδιορισμός των εκπομπών από την αρμόδια αρχή 1. Η αρμόδια αρχή προβαίνει σε συντηρητική εκτίμηση των εκπομπών ρυθμιζόμενης οντότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της μετακύλισης του κόστους στους καταναλωτές, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
2. Εάν ο ελεγκτής αναφέρει, στην έκθεση επαλήθευσης που έχει συντάξει σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067, την ύπαρξη επουσιωδών ανακριβειών οι οποίες δεν έχουν διορθωθεί από τη ρυθμιζόμενη οντότητα πριν από την έκδοση της έκθεσης επαλήθευσης, η αρμόδια αρχή αξιολογεί τις εν λόγω ανακρίβειες και, κατά περίπτωση, προβαίνει σε συντηρητική εκτίμηση των εκπομπών της ρυθμιζόμενης οντότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της μετακύλισης του κόστους στους καταναλωτές. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τη ρυθμιζόμενη οντότητα αν απαιτούνται διορθώσεις στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές και ποιες είναι αυτές. Η ρυθμιζόμενη οντότητα θέτει τις σχετικές πληροφορίες στη διάθεση του ελεγκτή. 3. Τα κράτη μέλη καθιερώνουν αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών που είναι αρμόδιες για την έγκριση των σχεδίων παρακολούθησης και των αρχών που είναι αρμόδιες για την αποδοχή των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές. Άρθρο 75ιθ Πρόσβαση σε πληροφορίες και στρογγυλοποίηση δεδομένων Εφαρμόζονται το άρθρο 71 και το άρθρο 72 παράγραφοι 1 και 2. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αναφορά σε φορείς εκμετάλλευσης ή φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών νοείται ως αναφορά σε ρυθμιζόμενες οντότητες. Άρθρο 75κ Εξασφάλιση συνέπειας με άλλες εκθέσεις Για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων για τις εκπομπές των δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ:
Άρθρο 75κα Απαιτήσεις τεχνολογίας πληροφοριών Εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου VII. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης και φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών νοείται ως αναφορά σε ρυθμιζόμενη οντότητα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙβ ΟΡΙΖΟΝΤΙΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΠΟ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ Άρθρο 75κβ Αποφυγή των διπλοεγγραφών μέσω της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων 1. Τα κράτη μέλη διευκολύνουν την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών που παρέχουν τη δυνατότητα στις ρυθμιζόμενες οντότητες να προσδιορίζουν την τελική χρήση των καυσίμων που τίθενται σε ανάλωση. 2. Κάθε φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει, μαζί με την επαληθευμένη έκθεση για τις εκπομπές του σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 1, πληροφορίες σύμφωνα με το παράρτημα Xα. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης να θέτουν στη διάθεση της οικείας ρυθμιζόμενης οντότητας τις σχετικές πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Xα πριν από τις 31 Μαρτίου του έτους αναφοράς. 3. Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα, μαζί με την επαληθευμένη έκθεσή της για τις εκπομπές σύμφωνα με το άρθρο 75ιστ παράγραφος 1, υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με τους καταναλωτές των καυσίμων που έθεσε σε ανάλωση, όπως απαριθμούνται στο παράρτημα Xβ. 4. Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα που θέτει σε ανάλωση καύσιμα για καύση, σε τομείς που καλύπτονται από το κεφάλαιο III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, προσδιορίζει τις εκπομπές της στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 75ιστ παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες από τις εκθέσεις του φορέα εκμετάλλευσης που υποβάλλονται σύμφωνα με το παράρτημα Xα του παρόντος κανονισμού και αφαιρώντας τις σχετικές ποσότητες καυσίμου που αναφέρονται στις εν λόγω εκθέσεις. Οι ποσότητες καυσίμου που αγοράστηκαν αλλά δεν χρησιμοποιήθηκαν κατά το ίδιο έτος μπορούν να αφαιρεθούν μόνο εάν η επαληθευμένη έκθεση του φορέα εκμετάλλευσης για τις εκπομπές για το έτος που έπεται του έτους αναφοράς επιβεβαιώνει ότι χρησιμοποιήθηκαν για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Διαφορετικά, η διαφορά αντικατοπτρίζεται στις επαληθευμένες εκθέσεις της ρυθμιζόμενης οντότητας για τις εκπομπές για το εν λόγω έτος. 5. Όταν οι ποσότητες καυσίμου που χρησιμοποιούνται αφαιρούνται κατά το έτος που έπεται του έτους αναφοράς, η αφαίρεση καθορίζεται με τη μορφή μειώσεων των εκπομπών σε απόλυτες τιμές, που προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό της ποσότητας καυσίμου που χρησιμοποιεί ο φορέας εκμετάλλευσης επί τον αντίστοιχο συντελεστή εκπομπών στο σχέδιο παρακολούθησης της ρυθμιζόμενης οντότητας. 6. Όταν η ρυθμιζόμενη οντότητα δεν μπορεί να αποδείξει ότι τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση χρησιμοποιούνται για καύση σε τομείς που υπόκεινται στο κεφάλαιο III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 4 και 5. 7. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου που αφορούν τους φορείς εκμετάλλευσης να εφαρμόζονται και από τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών. Άρθρο 75κγ Πρόληψη της απάτης και υποχρέωση συνεργασίας 1. Για να διασφαλιστεί η ακριβής παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων για τις εκπομπές που καλύπτονται από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα κατά της απάτης και καθορίζουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση απάτης, οι οποίες είναι ανάλογες προς τον σκοπό τους και έχουν επαρκές αποτρεπτικό αποτέλεσμα. 2. Εκτός από τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 10, οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες με τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ και (ΕΕ) 2020/262, κατά περίπτωση, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων για τον εντοπισμό παραβάσεων και την επιβολή των κυρώσεων που αναφέρονται στο σημείο 1 ή άλλων διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. (*4) Οδηγία 2014/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας (ΕΕ L 96 της 29.3.2014, σ. 107)." (*5) Οδηγία 95/60/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1995, σχετικά με τη φορολογική σήμανση του πετρελαίου ντήζελ και του φωτιστικού πετρελαίου (ΕΕ L 291 της 6.12.1995, σ. 46)." (*6) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1)." (*7) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 389/2012 του Συμβουλίου, της 2ας Μαΐου 2012, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 (ΕΕ L 121 της 8.5.2012, σ. 1)»·" |
25) |
Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:
|
26) |
στο παράρτημα II τμήμα I, ο πίνακας 1 τροποποιείται ως εξής:
|
27) |
προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα IΙα: «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙα Ορισμοί βαθμίδων για βασιζόμενες σε υπολογισμούς μεθοδολογίες που αφορούν ρυθμιζόμενες οντότητες 1. ΟΡΙΣΜΟΣ ΒΑΘΜΙΔΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΚΑΥΣΙΜΟΥ ΠΟΥ ΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΕ ΑΝΑΛΩΣΗ Τα όρια αβεβαιότητας του πίνακα 1 εφαρμόζονται στις βαθμίδες που σχετίζονται με τις απαιτήσεις των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο α) και το άρθρο 29 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο. Τα όρια αβεβαιότητας ερμηνεύονται ως μέγιστες επιτρεπτές αβεβαιότητες για τον προσδιορισμό των ροών καυσίμου κατά τη διάρκεια μίας περιόδου αναφοράς. Πίνακας 1 Βαθμίδες για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση (μέγιστη επιτρεπτή αβεβαιότητα ανά βαθμίδα)
Καύση καυσίμων
2. ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΒΑΘΜΙΔΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΕΥΡΟΥΣ Οι ρυθμιζόμενες οντότητες παρακολουθούν τις εκπομπές CO2 από όλους τους τύπους καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση στους τομείς που απαριθμούνται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ή εντάσσονται στο σύστημα της Ένωσης βάσει του άρθρου 30ι της εν λόγω οδηγίας, χρησιμοποιώντας τις βαθμίδες που ορίζονται στο παρόν τμήμα. 2.1. Βαθμίδες για τους συντελεστές εκπομπών Όταν προσδιορίζεται το κλάσμα βιομάζας για μεικτό καύσιμο, οι οριζόμενες βαθμίδες αναφέρονται στον προκαταρκτικό συντελεστή εκπομπών. Όσον αφορά τα ορυκτά καύσιμα, οι βαθμίδες αναφέρονται στον συντελεστή εκπομπών. Βαθμίδα 1: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα, διαζευκτικά:
Βαθμίδα 2α: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει ειδικούς ανά χώρα συντελεστές εκπομπών για το αντίστοιχο καύσιμο σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ). Βαθμίδα 2β: Η ρυθμιζόμενη οντότητα συνάγει συντελεστές εκπομπών για το καύσιμο με βάση την κατώτερη θερμογόνο δύναμη για συγκεκριμένα είδη γαιανθράκων, σε συνδυασμό με την εμπειρική συσχέτιση, όπως προσδιορίζεται τουλάχιστον μία φορά ετησίως, σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35 και το άρθρο 75ιγ. Η ρυθμιζόμενη οντότητα εξασφαλίζει ότι η συσχέτιση ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της ορθής μηχανολογικής πρακτικής και ότι εφαρμόζεται μόνο σε τιμές του υποκατάστατου που εμπίπτουν στο εύρος για το οποίο αυτό καθορίστηκε. Βαθμίδα 3: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα, διαζευκτικά:
2.2. Βαθμίδες για τον συντελεστή μετατροπής μονάδας Βαθμίδα 1: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα, διαζευκτικά:
Βαθμίδα 2α: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει ειδικούς ανά χώρα συντελεστές για το αντίστοιχο καύσιμο σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή γ). Βαθμίδα 2β: Για τα καύσιμα του εμπορίου, χρησιμοποιείται ο συντελεστής μετατροπής μονάδας, ο οποίος λαμβάνεται από τα αρχεία προμηθειών του εκάστοτε καυσίμου, υπό την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής αυτός έχει προκύψει με βάση αποδεκτά εθνικά ή διεθνή πρότυπα. Βαθμίδα 3: Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τον συντελεστή μετατροπής μονάδας σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35. 2.3. Βαθμίδες για το κλάσμα βιομάζας Βαθμίδα 1: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει εφαρμοστέα τιμή που δημοσιεύεται από την αρμόδια αρχή ή από την Επιτροπή ή τιμές σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1. Βαθμίδα 2: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει μέθοδο εκτίμησης εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 75ιγ παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο. Βαθμίδα 3α: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει αναλύσεις σύμφωνα με το άρθρο 75ιγ παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο και σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35. Σε περίπτωση που η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόσει ορυκτό κλάσμα 100 % σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 1, δεν εφαρμόζεται βαθμίδα για το κλάσμα βιομάζας. Βαθμίδα 3β: Στην περίπτωση καυσίμων που προέρχονται από παραγωγική διεργασία με καθορισμένες και ιχνηλάσιμες ροές εισροής, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να βασίζει την εκτίμηση σε ισοζύγιο μάζας του άνθρακα ορυκτής προέλευσης και του άνθρακα βιομάζας που εισέρχεται στη διεργασία και εξέρχεται από αυτήν, όπως το σύστημα ισοζυγίου μάζας σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. 2.4. Βαθμίδες για τον συντελεστή εύρους Βαθμίδα 1: η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει προκαθορισμένη τιμή σύμφωνα με το άρθρο 75ιβ παράγραφος 3 ή 4. Βαθμίδα 2: η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 στοιχεία ε) έως ζ). Βαθμίδα 3: η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ). |
28) |
το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:
|
29) |
το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:
|
30) |
το παράρτημα V τροποποιείται ως εξής:
|
31) |
στο παράρτημα V, προστίθεται ο ακόλουθος πίνακας 2: «Πίνακας 2 Ελάχιστες εφαρμοστέες βαθμίδες για τις βασιζόμενες σε υπολογισμούς μεθοδολογίες στην περίπτωση των οντοτήτων κατηγορίας Α και στην περίπτωση των συντελεστών υπολογισμού για τα τυπικά καύσιμα του εμπορίου για τις ρυθμιζόμενες οντότητες, σύμφωνα με το άρθρο 75ε παράγραφος 2 στοιχείο α)
|
32) |
στο παράρτημα VI τμήμα 1 πίνακας 1, προστίθεται η ακόλουθη σειρά μετά την 47η σειρά (που αφορά τα «Απόβλητα ελαστικών επισώτρων»):
|
33) |
το παράρτημα IX αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX Ελάχιστα δεδομένα και πληροφορίες προς φύλαξη σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1 Οι φορείς εκμετάλλευσης, οι φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών και οι ρυθμιζόμενες οντότητες φυλάσσουν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία: 1. ΚΟΙΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ, ΦΟΡΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ
2. ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΠΗΓΗΣ
3. ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
4. ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ
|
34) |
το παράρτημα X τροποποιείται ως εξής:
|
35) |
προστίθενται τα ακόλουθα παραρτήματα: «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Xα Εκθέσεις σχετικά με τους προμηθευτές καυσίμων και τη χρήση καυσίμων από σταθερές εγκαταστάσεις και, κατά περίπτωση, φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών και ναυτιλιακές εταιρείες Μαζί με τις πληροφορίες που περιέχονται στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές σύμφωνα με το παράρτημα X του παρόντος κανονισμού, ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει έκθεση με τις ακόλουθες πληροφορίες για κάθε αγοραζόμενο καύσιμο, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ:
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Xβ Εκθέσεις σχετικά με τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση από ρυθμιζόμενες οντότητες Μαζί με τις πληροφορίες που περιέχονται στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές σύμφωνα με το παράρτημα X του παρόντος κανονισμού, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει έκθεση με τις ακόλουθες πληροφορίες για κάθε αγοραζόμενο καύσιμο, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ:
|
Άρθρο 2
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Ωστόσο, το άρθρο 1 σημείο 24), σημείο 25) στοιχείο α) περίπτωση iii), σημείο 25) στοιχείο δ), σημείο 27), σημείο 30) στοιχείο α), σημείο 31), σημείο 33), σημείο 34) στοιχείο δ) και σημείο 35) εφαρμόζονται από την 1η Ιουλίου 2024.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 12 Οκτωβρίου 2023.
Για την Επιτροπή
Η Πρόεδρος
Ursula VON DER LEYEN
(1) ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32.
(2) Οδηγία (ΕΕ) 2023/958 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ όσον αφορά τη συμβολή των αεροπορικών μεταφορών στον στόχο της Ένωσης για μείωση των εκπομπών στο σύνολο της οικονομίας και για την κατάλληλη εφαρμογή ενός παγκόσμιου αγορακεντρικού μέτρου (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 115).
(3) Οδηγία (ΕΕ) 2023/959 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814 σχετικά με τη θέσπιση και τη λειτουργία αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς όσον αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 134).
(4) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2018, για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 601/2012 της Επιτροπής (ΕΕ L 334 της 31.12.2018, σ. 1).
(5) Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).
(6) Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51).
(7) Οδηγία (ΕΕ) 2020/262 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2019, για τη θέσπιση του γενικού καθεστώτος των ειδικών φόρων κατανάλωσης (ΕΕ L 58 της 27.2.2020, σ. 4).
(8) Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3).
(9) Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη λειτουργία του ενωσιακού μητρώου (ΕΕ L 177 της 2.7.2019, σ. 3).
(10) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2067 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2018, σχετικά με την επαλήθευση των δεδομένων και τη διαπίστευση των ελεγκτών σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 334 της 31.12.2018, σ. 94).
(11) Απόφαση 2014/955/ΕΕ της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της απόφασης 2000/532/ΕΚ όσον αφορά τον κατάλογο των αποβλήτων σύμφωνα με την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 370 της 30.12.2014, σ. 44).
(*9) Οι βαθμίδες για τον συντελεστή εκπομπών σχετίζονται με τον προκαταρκτικό συντελεστή εκπομπών. Για μεικτά υλικά, το κλάσμα βιομάζας πρέπει να προσδιορίζεται χωριστά. Η βαθμίδα 1 είναι η ελάχιστη εφαρμοστέα βαθμίδα για το κλάσμα βιομάζας στην περίπτωση των οντοτήτων κατηγορίας Α και στην περίπτωση των τυπικών καυσίμων του εμπορίου για όλες τις ρυθμιζόμενες οντότητες, σύμφωνα με το άρθρο 75ε παράγραφος 2 στοιχείο α)»·
ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2023/2122/oj
ISSN 1977-0669 (electronic edition)