Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων
Η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων ενισχύθηκε με την κατάργηση των τελωνειακών δασμών καθώς και άλλων μη δασμολογικών φραγμών. Αρχές όπως η αμοιβαία αναγνώριση και η τυποποίηση έδωσαν περαιτέρω ώθηση στην εσωτερική αγορά. Το νέο νομοθετικό πλαίσιο του 2008 ενίσχυσε την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, την εποπτεία της αγοράς της ΕΕ και τη σήμανση CE (ευρωπαϊκή συμμόρφωση). Ωστόσο, οι προκλήσεις σχετικά με την εναρμόνιση της εσωτερικής αγοράς εξακολουθούν να υπάρχουν, καθώς η πανδημία COVID-19 και άλλοι παράγοντες μπορεί ακόμη να παρεμποδίζουν την απολύτως ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.
Νομική βάση
Άρθρο 26 και άρθρα 28-37 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Στόχοι
Το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων καταγωγής κρατών μελών, καθώς και των εμπορευμάτων προελεύσεως τρίτων χωρών που ευρίσκονται σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός των κρατών μελών αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές της Συνθήκης (άρθρο 28 ΣΛΕΕ). Αρχικά, η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων αντιμετωπιζόταν στο πλαίσιο μιας τελωνειακής ένωσης μεταξύ των κρατών μελών, που περιλάμβανε την κατάργηση των τελωνειακών δασμών, των ποσοτικών περιορισμών στις συναλλαγές και των μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος, καθώς και τη θέσπιση κοινού εξωτερικού δασμολογίου στην Ένωση. Αργότερα, δόθηκε έμφαση στην εξάλειψη όλων των εμποδίων που εξακολουθούσαν να υπάρχουν στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, έτσι ώστε να υλοποιηθεί η εσωτερική αγορά.
Επιτεύγματα
Η κατάργηση των τελωνειακών δασμών και των ποσοτικών περιορισμών (ποσοστώσεων) μεταξύ των κρατών μελών επιτεύχθηκε ήδη από την 1η Ιουλίου 1968. Αντίθετα, οι συμπληρωματικοί στόχοι —η απαγόρευση της επιβολής μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος και η εναρμόνιση των σχετικών εθνικών νομοθεσιών— δεν επιτεύχθηκαν εντός της προθεσμίας αυτής. Οι στόχοι αυτοί τέθηκαν στο επίκεντρο της διαρκούς προσπάθειας για την επίτευξη της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων.
A. Απαγόρευση επιβολής φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδύναμου αποτελέσματος με τους τελωνειακούς δασμούς: Άρθρο 28 παράγραφος 1 και άρθρο 30 ΣΛΕΕ
Ελλείψει ορισμού της προαναφερόμενης έννοιας στη Συνθήκη, η νομολογία υποχρεώθηκε να παράσχει έναν ορισμό. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) θεωρεί ότι κάθε τέλος «το οποίο, επιβαλλόμενο σε εισαγόμενο προϊόν κράτους μέλους, κατ’ αποκλεισμό του ομοειδούς εγχώριου προϊόντος, έχει ως αποτέλεσμα, αλλοιώνοντας την τιμή του, να έχει την ίδια επίπτωση που έχει και ένας δασμός επί της ελεύθερης κυκλοφορίας των προϊόντων» είναι δυνατόν να θεωρηθεί επιβάρυνση ισοδύναμου αποτελέσματος, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα ή τη μορφή της (συνεκδικασθείσες υποθέσεις 2/62 και 3/62 και υπόθεση 232/78).
B. Απαγόρευση επιβολής μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος με τους ποσοτικούς περιορισμούς: Άρθρο 34 και άρθρο 35 ΣΛΕΕ
Στην απόφαση για την υπόθεση Dassonville, το ΔΕΕ υιοθέτησε την άποψη ότι κάθε εμπορική νομοθεσία των κρατών μελών που ενδέχεται να παρεμποδίσει (άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά) το ενδοκοινοτικό εμπόριο πρέπει να θεωρείται μέτρο ισοδύναμου αποτελέσματος με ποσοτικούς περιορισμούς (βλ. υπόθεση 8/74 Dassonville της 11ης Ιουλίου 1974 και σκέψεις 63 έως 67 της υπόθεσης C-320/03 της 15ης Νοεμβρίου 2005). Το σκεπτικό του Δικαστηρίου αναπτύχθηκε περαιτέρω στην απόφαση Cassis de Dijon, η οποία διατύπωσε την αρχή ότι κάθε προϊόν που κατασκευάζεται και αποτελεί αντικείμενο εμπορίας νομίμως σε ένα κράτος μέλος, σύμφωνα με τους νόμιμους και παραδοσιακούς κανόνες, και με τις διαδικασίες παραγωγής της εν λόγω χώρας, πρέπει να γίνεται δεκτό στην αγορά όλων των υπολοίπων κρατών μελών. Αυτό ήταν το βασικό σκεπτικό που κυριάρχησε στη συζήτηση για τον ορισμό της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, σε περίπτωση έλλειψης εναρμόνισης. Συνεπώς, ακόμη και όταν δεν υπάρχουν ευρωπαϊκά μέτρα εναρμόνισης (παράγωγο δίκαιο της ΕΕ), τα κράτη μέλη υποχρεούνται να επιτρέπουν την κυκλοφορία και την εμπορική διάθεση στις αγορές τους των εμπορευμάτων που παράγονται και αποτελούν αντικείμενο εμπορίας νομίμως σε άλλα κράτη μέλη.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 34 ΣΛΕΕ περιορίζεται από την απόφαση στην υπόθεση Keck που ορίζει ότι ορισμένες μορφές πώλησης δεν εμπίπτουν στο πεδίο του εν λόγω άρθρου, υπό τον όρο ότι δεν συνιστούν δυσμενείς διακρίσεις (ήτοι εφαρμόζονται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στο εθνικό έδαφος και επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, και νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών).
C. Εξαιρέσεις από την απαγόρευση επιβολής μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος με τους ποσοτικούς περιορισμούς
Το άρθρο 36 ΣΛΕΕ επιτρέπει στα κράτη μέλη να επιβάλλουν περιορισμούς ισοδύναμους με ποσοτικά όρια για μη οικονομικούς λόγους, όπως η δημόσια ηθική, η δημόσια τάξη ή η δημόσια ασφάλεια. Οι εξαιρέσεις αυτές θα πρέπει να ερμηνεύονται στενά και δεν μπορεί να οδηγούν σε αυθαίρετες διακρίσεις ή συγκαλυμμένους εμπορικούς φραγμούς μεταξύ των κρατών μελών. Πρέπει να εξυπηρετούν άμεσα το δημόσιο συμφέρον και να είναι ανάλογες προς το επιδιωκόμενο επίπεδο προστασίας.
Το Δικαστήριο, στην υπόθεση Cassis de Dijon, αναγνώρισε ότι τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν ορισμένα εθνικά μέτρα από τους εμπορικούς περιορισμούς της ΕΕ, εφόσον ικανοποιούν επιτακτικές ανάγκες, όπως η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, η προστασία της δημόσιας υγείας, η εντιμότητα των εμπορικών συναλλαγών και η προστασία των καταναλωτών. Τα κράτη μέλη οφείλουν να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις εξαιρέσεις αυτές. Θεσπίστηκαν διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών και σύστημα παρακολούθησης για την εποπτεία των εν λόγω μέτρων. Οι διαδικασίες αυτές επικαιροποιήθηκαν και απέκτησαν νομικό κύρος με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/515 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση, ο οποίος εγκρίθηκε το 2019, αντικαθιστώντας τον προηγούμενο κανονισμό.
D. Εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών
Η έγκριση νομοθεσίας εναρμόνισης επέτρεψε την άρση των εμποδίων (για παράδειγμα, καθιστώντας τις εθνικές διατάξεις ανεφάρμοστες) και τη θέσπιση κοινών κανόνων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και των προϊόντων και του σεβασμού άλλων στόχων της Συνθήκης ΕΕ όπως η προστασία του περιβάλλοντος και των καταναλωτών ή ο ανταγωνισμός.
Η διαδικασία εναρμόνισης στην ΕΕ εξορθολογίστηκε με την έγκριση της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία για τις οδηγίες που σχετίζονται με την ενιαία αγορά, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 95 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Το Λευκό Βιβλίο της Επιτροπής του 1985 εισήγαγε μια «νέα προσέγγιση» για να αποφεύγεται η λεπτομερής εναρμόνιση, εστιάζοντας στην αμοιβαία αναγνώριση των εθνικών κανονισμών. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, η οποία επιβεβαιώνεται από ψηφίσματα και αποφάσεις του Συμβουλίου, η εναρμόνιση περιορίζεται στις βασικές απαιτήσεις και πραγματοποιείται όταν οι εθνικοί κανόνες δεν είναι ισοδύναμοι και παρεμποδίζουν το εμπόριο. Η μέθοδος αυτή αποσκοπεί στη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων μέσω της τεχνικής εναρμόνισης ολόκληρων τομέων και της διατήρησης υψηλού επιπέδου προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, επηρεάζοντας τομείς όπως τα παιχνίδια, τα δομικά υλικά, τις μηχανές, τις συσκευές αερίου και τον τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό.
E. Ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς
Η δημιουργία της ενιαίας αγοράς προϋπέθετε την άρση όλων των εναπομενόντων εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων. Το Λευκό Βιβλίο της Επιτροπής (1985) καθόρισε τα φυσικά και τεχνικά εμπόδια που έπρεπε να εξαλειφθούν, καθώς και τα μέτρα που έπρεπε να λάβει η Κοινότητα για την εξάλειψή τους. Τα περισσότερα από τα μέτρα αυτά έχουν πλέον εγκριθεί. Ωστόσο, η ενιαία αγορά εξακολουθεί να απαιτεί ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της τεχνολογικής προόδου και ορισμένοι μη δασμολογικοί φραγμοί εξακολουθούν να υφίστανται.
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Το Κοινοβούλιο έχει ταχθεί σθεναρά υπέρ της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη «νέα προσέγγιση» για τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των οδηγιών εναρμόνισης και συμμετείχε ενεργά στο νέο νομοθετικό πλαίσιο που εγκρίθηκε το 2008, το οποίο ασχολείται με την εφαρμογή και την επιβολή της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά. Οι προτεραιότητες του Κοινοβουλίου ήταν να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι διαχειριστές της αγοράς είναι υπεύθυνοι για τη συμμόρφωση και την ασφάλεια των προϊόντων και να ενισχυθεί η προβολή και η κατανόηση της σήμανσης CE μεταξύ των καταναλωτών. Εξακολουθεί να στηρίζει ενεργά τις προσπάθειες αυτές, επεξεργαζόμενο τη δέσμη μέτρων εφαρμογής, στην οποία περιλαμβάνονται εννέα οδηγίες που ρυθμίζουν διάφορα προϊόντα, όπως οι ανελκυστήρες, τα είδη πυροτεχνίας και οι εκρηκτικές ύλες.
Στο ψήφισμά του της 8ης Μαρτίου 2011, το Κοινοβούλιο ζήτησε τη δημιουργία ενός ενοποιημένου συστήματος εποπτείας της αγοράς για όλα τα προϊόντα, το οποίο οδήγησε στη «δέσμη μέτρων για την ασφάλεια των προϊόντων και την εποπτεία της αγοράς» του 2013. Έως τον Απρίλιο του 2019, το Κοινοβούλιο είχε εγκρίνει τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1020 για την ενίσχυση της εποπτείας της αγοράς και τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των προϊόντων. Το 2021, η Επιτροπή πρότεινε νέο κανονισμό ώστε να διασφαλιστεί περαιτέρω η ασφάλεια των μη εδώδιμων καταναλωτικών προϊόντων. Οι επικαιροποιημένοι κανόνες για την ασφάλεια των προϊόντων, με στόχο τη διασφάλιση υψηλών προτύπων ασφάλειας για όλα τα προϊόντα που πωλούνται στην ΕΕ, τόσο εντός όσο και εκτός διαδικτύου, εγκρίθηκαν επίσημα από το Κοινοβούλιο τον Μάρτιο του 2023, με αποτέλεσμα τη δημοσίευση του κανονισμού για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων στις 10 Μαΐου 2023.
Η τυποποίηση διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Τα εναρμονισμένα πρότυπα της ΕΕ συμβάλλουν στη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της εσωτερικής αγοράς, επιτρέπουν στις επιχειρήσεις της ΕΕ να καταστούν πιο ανταγωνιστικές και προστατεύουν την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών και του περιβάλλοντος. Προκειμένου να ενισχύσει το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης σχετικά με την τυποποίηση, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα στις 21 Οκτωβρίου 2010 σχετικά με το μέλλον της ευρωπαϊκής τυποποίησης.
Στις 2 Φεβρουαρίου 2022, η Επιτροπή θέσπισε στρατηγική τυποποίησης για την προώθηση μιας ανθεκτικής, πράσινης και ψηφιακής ενιαίας αγοράς, προτείνοντας αλλαγές στον κανονισμό του 2012 για την τυποποίηση. Στη συνέχεια, στις 14 Δεκεμβρίου 2022, εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΕ) 2022/2480, επικαιροποιώντας το νομικό πλαίσιο της ΕΕ για τη θέσπιση προτύπων. Στις 23 Ιανουαρίου 2023, η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (IMCO) πραγματοποίησε ακρόαση για να συζητήσει τις προηγούμενες και μελλοντικές κατευθύνσεις της πολιτικής τυποποίησης, με τη συμβολή της Επιτροπής και διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών.
Με βάση τη νέα στρατηγική τυποποίησης, η Επιτροπή δημοσίευσε στις 30 Μαρτίου 2022 πρόταση για την εναρμόνιση των όρων εμπορίας δομικών προϊόντων, στην οποία επικεντρώθηκε ειδικά στην τυποποίηση της πράσινης εσωτερικής αγοράς. Στις 10 Απριλίου 2024, το Κοινοβούλιο ενέκρινε τη θέση του σχετικά με την πρόταση, μετά από επιτυχείς διοργανικές διαπραγματεύσεις. Οι νέοι κανόνες θα διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού ώστε να συμπεριληφθούν τα μεταχειρισμένα και ανακατασκευασμένα προϊόντα μέσω ειδικών τεχνικών προδιαγραφών, θα ευθυγραμμίσουν τις διατάξεις για τους οικονομικούς φορείς στον κατασκευαστικό τομέα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο και τους κανονισμούς για την εποπτεία της αγοράς και τον οικολογικό σχεδιασμό, και θα δημιουργήσουν ένα σύστημα ψηφιακού διαβατηρίου δομικών προϊόντων.
Κατά την όγδοη κοινοβουλευτική περίοδο, οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στους κανονισμούς σχετικά με τις εγκαταστάσεις με συρματόσχοινα, τις συσκευές με καύση αέριων καυσίμων, τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και τα μέσα ατομικής προστασίας, καθώς και στον κανονισμό eCall όσον αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για την ανάπτυξη του συστήματος eCall σε οχήματα που βασίζεται στην υπηρεσία αριθμού έκτακτης ανάγκης 112. Στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων για την κυκλική οικονομία, το Κοινοβούλιο θέσπισε νομοθεσία για τη διάθεση προϊόντων λίπανσης με το σήμα CE στην ενιαία αγορά (κανονισμός (ΕΕ) 2019/1009).
Σύμφωνα με εκτιμήσεις έρευνας του 2019, τα οφέλη που απορρέουν από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και τη συναφή νομοθεσία ανέρχονται σε 386 δισεκατομμύρια EUR ετησίως. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται φραγμοί στην υλοποίηση της πλήρως ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Η ύπαρξη αυτών των φραγμών καταδεικνύεται σε μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2020, η οποία παρείχε επισκόπηση των εθνικών κανόνων που περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων και υπηρεσιών και το δικαίωμα εγκατάστασης σε ολόκληρη την αγορά της ΕΕ. Ένα από τα συμπεράσματα της μελέτης ήταν ότι, ενώ η ενιαία αγορά της ΕΕ είναι το μεγαλύτερο και πιο επιτυχημένο παράδειγμα οικονομικής ολοκλήρωσης στον κόσμο, δεν είναι ακόμη απαλλαγμένη από δυσανάλογα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, στο ψήφισμά του της 17ης Απριλίου 2020, το Κοινοβούλιο τόνισε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να παραμείνουν ανοικτά τα εσωτερικά σύνορα της ΕΕ για τα εμπορεύματα, υπογραμμίζοντας τον ρόλο της ενιαίας αγοράς στη συλλογική ευημερία της ΕΕ και ως ουσιαστική απάντηση στην κρίση. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής, της 15ης Μαΐου 2023, προτείνεται συντονισμένη στρατηγική για την αποκατάσταση της ελεύθερης κυκλοφορίας και την άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα. Αυτή η συνεργατική προσέγγιση ήταν καίριας σημασίας για να καταστεί δυνατή η κυκλοφορία βασικών αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των ιατρικών εφοδίων και του ιατρικού εξοπλισμού, σε ολόκληρη την ΕΕ, μετριάζοντας τις επιπτώσεις των συνοριακών περιορισμών που επιβάλλονται από το κράτος.
Στο ψήφισμά του της 19ης Ιουνίου 2020, το Κοινοβούλιο υπενθύμισε ότι ο χώρος Σένγκεν αποτελεί πολύτιμο επίτευγμα στον πυρήνα του εγχειρήματος της ΕΕ, και καλούσε τα κράτη μέλη να περιστείλουν τους περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία και να εντείνουν τις προσπάθειες για την επίτευξη της ολοκλήρωσης του χώρου Σένγκεν.
Τον Νοέμβριο του 2020, ένα διαδικτυακό σεμινάριο του θεματικού τμήματος Οικονομίας, Επιστημών και Ποιότητας Ζωής για την επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών εξέτασε τον αντίκτυπο της πανδημίας στην ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, υπηρεσιών και προσώπων στην ΕΕ. Συζητήθηκαν οι προκλήσεις για τη ροή αγαθών που σχετίζονται με την υγειονομική περίθαλψη, όπως τα μέσα ατομικής προστασίας, και τονίστηκε η ανάγκη για καλύτερο συντονισμό σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις και την κυκλοφορία των εμπορευμάτων για μελλοντικές κρίσεις. Σε μελέτη παρακολούθησης που παρουσιάστηκε τον Φεβρουάριο του 2021 εξετάστηκε περαιτέρω ο αντίκτυπος της πανδημίας στην εσωτερική αγορά και στην προστασία των καταναλωτών, προτείνοντας πρόσθετα μέτρα για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ σε μελλοντικές κρίσεις.
Το Κοινοβούλιο έχει συντελέσει καθοριστικά στην τελωνειακή εναρμόνιση, με αποκορύφωμα τη θέσπιση του περιβάλλοντος ενιαίας θυρίδας της ΕΕ για τα τελωνεία μέσω του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2399. Ο κανονισμός αυτός, ο οποίος θα εκτυλιχθεί κατά την επόμενη δεκαετία, δρομολογεί το σύστημα ενιαίας τελωνειακής θυρίδας της ΕΕ για την ανταλλαγή πιστοποιητικών (EU CSW-CERTEX), το οποίο βρίσκεται ήδη σε πιλοτικό στάδιο από το 2017. Η αρχική φάση έως το 2025 αποσκοπεί στην ενίσχυση των διακυβερνητικών ανταλλαγών στα σύνορα της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τις μη τελωνειακές διαδικασίες. Μια μεταγενέστερη φάση, η οποία αρχίζει το 2031, θα εισαγάγει ένα σύστημα μεταξύ επιχειρήσεων και κυβερνήσεων για τον εξορθολογισμό της διαδικασίας τελωνισμού για τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν στην εισαγωγή ή την εξαγωγή εμπορευμάτων, με στόχο τη σημαντική μείωση των υφιστάμενων εμποδίων στο εμπόριο.
Τον Δεκέμβριο του 2022, σε μελέτη του θεματικού τμήματος Οικονομίας, Επιστημών και Ποιότητας Ζωής που ζήτησε η επιτροπή IMCO αναλύθηκαν οι αποκλίνουσες διαδικασίες χορήγησης τελωνειακών αδειών των κρατών μελών για τα προϊόντα που εισέρχονται στην ΕΕ. Δεδομένου ότι αυτές οι αποκλίνουσες διαδικασίες οδηγούν σε εμπορικούς φραγμούς και στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά, μία από τις προτεινόμενες λύσεις ήταν η δημιουργία ευρωπαϊκής τελωνειακής υπηρεσίας.
Επιπλέον, στις 17 Μαΐου 2023 εκδόθηκε ανακοίνωση της Επιτροπής που αντιπροσωπεύει μια ολοκληρωμένη προσπάθεια εκσυγχρονισμού του τελωνειακού πλαισίου της ΕΕ. Σημαντικό χαρακτηριστικό της πρότασης εκσυγχρονισμού είναι η δημιουργία τελωνειακού κόμβου δεδομένων της ΕΕ, τον οποίο θα διαχειρίζεται μια νεοσυσταθείσα τελωνειακή αρχή της ΕΕ. Ο κόμβος αυτός θα χρησιμεύει ως μεγάλο αποθετήριο δεδομένων για τον εντοπισμό περιπτώσεων απάτης και μη συμμόρφωσης, θα καθιστά δυνατή την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών, και θα προωθεί τη συνεργασία μεταξύ των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών της ΕΕ.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το θέμα αυτό, επισκεφθείτε τον ιστότοπο της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών.
Barbara Martinello