Κοινωνική πολιτική και πολιτική απασχόλησης: γενικές αρχές
Με την πάροδο του χρόνου η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έχει οδηγήσει σε σημαντικές κοινωνικές εξελίξεις. Ένα σημαντικό ορόσημο επετεύχθη το 2017, όταν το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή διακήρυξαν τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους για τη διασφάλιση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης και εργασίας σε ολόκληρη την ΕΕ. Το σχετικό σχέδιο δράσης του 2021 προβλέπει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την υλοποίηση αυτής της δέσμευσης.
Νομική βάση
Άρθρο 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), και άρθρα 9, 10, 19, 45-48 και 145-161 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Στόχοι
Το άρθρο 3 της ΣΕΕ ορίζει ότι η Ένωση πρέπει να επιδιώκει την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο. Η προώθηση της απασχόλησης, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, η κοινωνική προστασία, ο διάλογος μεταξύ της διοίκησης και των λοιπών υπαλλήλων, η ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων που θα επιτρέψουν ένα υψηλό και διαρκές επίπεδο απασχόλησης και η καταπολέμηση του αποκλεισμού είναι οι κοινοί στόχοι της ΕΕ και των κρατών μελών της στον κοινωνικό τομέα και στον τομέα της απασχόλησης, όπως περιγράφονται στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ.
Επιτεύγματα
A. Από τη Συνθήκη της Ρώμης στη Συνθήκη του Μάαστριχτ
Προκειμένου να μπορούν οι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους να επωφελούνται πλήρως του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και αναζήτησης απασχόλησης σε ολόκληρη την κοινή αγορά, η Συνθήκη της Ρώμης του 1957 σύστησε τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών. Η εν λόγω Συνθήκη κατοχύρωνε την αρχή της ίσης αμοιβής ανδρών και γυναικών, την οποία το Δικαστήριο αναγνώρισε ως άμεσα εφαρμοστέα, και προέβλεπε την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) (2.3.2).
Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1986 εισήγαγε νέους τομείς πολιτικής με ειδική πλειοψηφία, όπως η υγεία και η ασφάλεια στην εργασία, ο κοινωνικός διάλογος μεταξύ των οργανώσεων εργοδοτών και των συνδικαλιστικών οργανώσεων και η οικονομική και κοινωνική συνοχή.
Επιτεύχθηκε συναίνεση σχετικά με την αναγκαιότητα να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις κοινωνικές πτυχές που συνδέονται με την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Ύστερα από μακρές συζητήσεις, ο Κοινοτικός Χάρτης των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων («Κοινωνικός Χάρτης») εγκρίθηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Στρασβούργου τον Δεκέμβριο του 1989 από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων 11 κρατών μελών. Το Ηνωμένο Βασίλειο επέλεξε να μείνει εκτός.
B. Από τη Συνθήκη του Άμστερνταμ στη Συνθήκη της Λισαβόνας
Η άβολη κατάσταση της διπλής νομικής βάσης, η οποία δημιουργήθηκε με την εξαίρεση του ΗΒ, ξεπεράστηκε τελικά με την υπογραφή της Συνθήκης του Άμστερνταμ (1997), όπου όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου του ΗΒ, συμφώνησαν να ενσωματώσουν τη συμφωνία για την κοινωνική πολιτική στο κείμενο που θα εξελισσόταν αργότερα στη ΣΛΕΕ (άρθρα 151-161). Στο άρθρο 153, η διαδικασία συναπόφασης αντικατέστησε τη συνεργασία και επεκτάθηκε επίσης σε διατάξεις σχετικές με το ΕΚΤ (2.3.2), την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και την κοινωνική ασφάλιση για τους διακινούμενους κοινοτικούς εργαζόμενους (2.3.4). Το νέο άρθρο 19 ανέθεσε στο Συμβούλιο την αρμοδιότητα να αναλαμβάνει «κατάλληλη δράση για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού». Στη βάση αυτή, εκδόθηκαν στη συνέχεια δύο οδηγίες, το 2000: για την ίση μεταχείριση προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής και για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία.
Η Συνθήκη του Άμστερνταμ πρόσθεσε την προώθηση υψηλού επιπέδου απασχόλησης στον κατάλογο των στόχων της ΕΕ και έδωσε στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα την αρμοδιότητα στήριξης και συμπλήρωσης των δραστηριοτήτων των κρατών μελών, μεταξύ άλλων με την ανάπτυξη μιας «συντονισμένης στρατηγικής», της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση (ΕΣΑ) (άρθρα 145-150 ΣΛΕΕ), που βασίζεται σε μια ανοικτή μέθοδο συντονισμού (2.3.3).
Κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Νίκαιας το 2000, εγκρίθηκε ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Συγκροτήθηκε Επιτροπή Απασχόλησης στο πλαίσιο πολιτικής της ΣΕΕ και Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας, για την προώθηση της συνεργασίας σε πολιτικές απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας μεταξύ των κρατών μελών και Επιτροπής (άρθρο 160 ΣΛΕΕ), αλλά όλες οι προτάσεις για την επέκταση της διαδικασίας συναπόφασης απορρίφθηκαν.
Υπό το πρίσμα της ενδιάμεσης αναθεώρησης της στρατηγικής της Λισαβόνας το 2005, οι κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση που είχαν εγκριθεί στο πλαίσιο της ΕΣΑ ενσωματώθηκαν στις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας.
Το 2007 συστάθηκε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση για να παρέχει στήριξη σε εργαζόμενους που απολύθηκαν λόγω των μεταβαλλόμενων παγκόσμιων εμπορικών δομών (2.3.2).
Η Συνθήκη της Λισαβόνας του 2007 επέτρεψε να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος σε ό,τι αφορά την παγίωση της κοινωνικής διάστασης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η ΣΕΕ τώρα τονίζει τους κοινωνικούς στόχους της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους απασχόλησης και της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών (άρθρο 3). Το άρθρο 6 αναγνωρίζει στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων την ίδια δεσμευτική ισχύ με τις Συνθήκες. Ο ίδιος ο Χάρτης αναγνωρίζει τα λεγόμενα «δικαιώματα αλληλεγγύης», όπως είναι τα δικαιώματα των εργαζομένων σε ενημέρωση και διαβούλευση, τα δικαιώματα σε συλλογικές διαπραγματεύσεις, θεμιτούς και δίκαιους όρους εργασίας, κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής πρόνοιας. Η ΣΛΕΕ εισήγαγε μια οριζόντια κοινωνική ρήτρα, απαιτώντας από την ΕΕ να εκπληρώσει τους προαναφερθέντες κοινωνικούς στόχους κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των άλλων πολιτικών και δράσεών της (άρθρο 9).
C. Εξελίξεις μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας
Έχοντας εγκριθεί το 2010 σε συνθήκες οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, η στρατηγική «Ευρώπη 2020» εισάγει ως προτεραιότητα μια ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, με στόχο την εδραίωση μιας οικονομίας υψηλής απασχόλησης που θα παρέχει κοινωνική και εδαφική συνοχή. Η στρατηγική χαρακτηρίζεται από πέντε πρωταρχικούς στόχους, στους οποίους περιλαμβάνονται ένας εμβληματικός κοινωνικός στόχος (μείωση του κινδύνου φτώχειας για τουλάχιστον 20 εκατομμύρια ανθρώπους έως το 2020) και μια ανανεωμένη δέσμευση υπέρ της απασχόλησης (στόχος απασχόλησης σε ποσοστό 75 % για την ηλικιακή ομάδα 20-64). Για τον σκοπό αυτό θεσπίστηκαν επτά εμβληματικές πρωτοβουλίες, μεταξύ των οποίων η ατζέντα για νέες δεξιότητες και θέσεις εργασίας, η οποία επικεντρώθηκε στην ενίσχυση των πολιτικών ευελιξίας στην εργασία χωρίς συμβιβασμούς ως προς την ασφάλεια, και η ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (2.3.9). Η πρόοδος των πρωτοβουλιών αυτών εποπτεύεται στο πλαίσιο του ετήσιου κύκλου της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ: το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Για την αντιμετώπιση της αύξησης της φτώχειας, το 2014 συστάθηκε το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους για την παροχή τροφίμων και βασικής υλικής βοήθειας, καθώς και δραστηριοτήτων κοινωνικής ένταξης.
Τον Απρίλιο του 2017, η Επιτροπή παρουσίασε τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων (ΕΠΚΔ), που περιλάμβανε 20 αρχές και δικαιώματα κεφαλαιώδους σημασίας ως οδηγό για μια επικαιροποιημένη διαδικασία σύγκλισης προς την κατεύθυνση της βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας στην Ευρώπη. Οι αρχές και τα δικαιώματα αυτά κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες: i) ίσες ευκαιρίες και πρόσβαση στην αγορά εργασίας, ii) δίκαιες συνθήκες εργασίας και iii) πρόσβαση σε επαρκή και βιώσιμη κοινωνική προστασία. Στην κοινωνική διάσκεψη κορυφής του Γκέτεμποργκ το 2017, το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή υπογράμμισαν την κοινή τους δέσμευση εγκρίνοντας μια κοινή διακήρυξη για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. Ο ευρωπαϊκός πυλώνας κοινωνικών δικαιωμάτων συνοδεύεται από έναν «κοινωνικό πίνακα αποτελεσμάτων» για την παρακολούθηση της προόδου (2.3.9).
Το 2019 ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Αρχή Εργασίας στην Μπρατισλάβα, με στόχο να βοηθήσει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να διασφαλίσουν τη δίκαιη, απλή και αποτελεσματική επιβολή των κανόνων της ΕΕ για την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού και τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης.
Το έτος αυτό εκδόθηκαν αρκετές σημαντικές πράξεις. Η οδηγία σχετικά με την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής για τους γονείς και τους φροντιστές αποσκοπεί στη βελτίωση της πρόσβασης σε άδειες για οικογενειακούς λόγους και σε ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας, ενισχύοντας περαιτέρω την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας. Η οδηγία για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας έχει στόχο να παράσχει στους εργαζομένους ένα πρόσθετο σύνολο βασικών δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα σε πιο συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τις ουσιώδεις πτυχές της εργασίας τους, τον καθορισμό ορίου στη διάρκεια των δοκιμαστικών περιόδων, την αύξηση των ευκαιριών αναζήτησης πρόσθετης απασχόλησης με την απαγόρευση των ρητρών αποκλειστικότητας, την εκ των προτέρων κοινοποίηση των ωρών αναφοράς και την παροχή δωρεάν υποχρεωτικής κατάρτισης. Η σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση στην κοινωνική προστασία για τους εργαζομένους και τους αυτοαπασχολουμένους στοχεύει στην εξάλειψη αποκλίσεων ως προς την επίσημη κάλυψη.
Κατά την έξαρση της πανδημίας της COVID-19, εγκρίθηκαν διάφορα μέτρα για την αντιμετώπιση των εργασιακών και κοινωνικών συνεπειών της κρίσης, όπως οι πρωτοβουλίες επενδύσεων για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού (CRII και CRII+) και η προσωρινή στήριξη για τον μετριασμό των κινδύνων ανεργίας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης (μέσο SURE). Επιπλέον, δρομολογήθηκε η δράση συνοχής για τους πρόσφυγες στην Ευρώπη (CARE) με σκοπό τη στήριξη των κρατών μελών και των περιφερειών στην παροχή βοήθειας έκτακτης ανάγκης σε άτομα που εγκαταλείπουν την Ουκρανία μετά την εισβολή της Ρωσίας, χρησιμοποιώντας επίσης πόρους από το πρόγραμμα Συνδρομής στην Ανάκαμψη για τη Συνοχή και τις Περιοχές της Ευρώπης (REACT-EU).
Η Επιτροπή εξέδωσε σχέδιο δράσης για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων τον Μάρτιο του 2021, ορίζοντας συγκεκριμένες πρωτοβουλίες τις οποίες δεσμεύεται να αναλάβει κατά τη διάρκεια της τρέχουσας θητείας (έως το τέλος του 2024). Πρότεινε επίσης πρωταρχικούς στόχους για το 2030, δηλαδή την αύξηση του ποσοστού των ατόμων ηλικίας 20 έως 64 ετών στην απασχόληση τουλάχιστον στο 78 %, την αύξηση του ποσοστού των ενηλίκων που συμμετέχουν σε κατάρτιση ετησίως τουλάχιστον στο 60 %, και τη μείωση του αριθμού των ατόμων που αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού κατά τουλάχιστον 15 εκατομμύρια. Η προσήλωση των ηγετών στους στόχους αυτούς επιβεβαιώθηκε εκ νέου κατά την κοινωνική σύνοδο κορυφής του Πόρτο τον Μάιο του 2021. Η κοινωνική δέσμευση του Πόρτο εγκρίθηκε από διάφορα θεσμικά όργανα και οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και η διακήρυξη του Πόρτο εγκρίθηκε από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ. Οι εθνικοί στόχοι για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων παρουσιάστηκαν τον Ιούνιο του 2022. Η εφαρμογή τους θα διευκολυνθεί από τον αναθεωρημένο κοινωνικό πίνακα αποτελεσμάτων και τη χρηματοδότηση από το σχέδιο δαπανών της ΕΕ για την περίοδο 2021-2027 και το NextGenerationEU, ιδίως από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Θα παρακολουθούνται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Το 2021 εγκρίθηκε επίσης η σύσταση του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής εγγύησης για τα παιδιά, με σκοπό την πρόληψη και την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, διασφαλίζοντας την πρόσβαση των παιδιών που έχουν ανάγκη σε προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα, εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη, διατροφή και στέγαση. Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου + (ΕΚΤ +) για την περίοδο 2021-2027, όλα τα κράτη μέλη πρέπει να διαθέσουν κατάλληλο ποσό για την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας. Για τις χώρες με ποσοστό παιδιών που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, το ποσό αυτό αυξάνεται στο 5 % του ΕΚΤ +. Για τη στήριξη της εφαρμογής της εγγύησης, τον Ιανουάριο του 2024 η Επιτροπή θέσπισε ένα νέο πλαίσιο παρακολούθησης, το οποίο θα χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο.
Ως εργαλείο για την καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων, η οδηγία του Οκτωβρίου 2022 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην ΕΕ αποσκοπεί να διασφαλιστεί ότι οι κατώτατοι μισθοί, όπως προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία και/ή τις συλλογικές συμβάσεις, είναι επαρκείς, και ενισχύει την αποτελεσματική πρόσβαση των εργαζομένων σε προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού. Το ύψος του κατώτατου μισθού που ισχύει σε κάθε χώρα συνεχίζει να καθορίζεται από τα ίδια τα κράτη μέλη, όμως οι χώρες της ΕΕ πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εθνικοί κατώτατοι μισθοί τους επιτρέπουν στους εργαζόμενούς τους να ζουν αξιοπρεπώς.
Η σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με επαρκές ελάχιστο εισόδημα αποσκοπεί στην καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και στην επιδίωξη υψηλών επιπέδων απασχόλησης μέσω της προώθησης επαρκούς εισοδηματικής στήριξης μέσω του ελάχιστου εισοδήματος, της αποτελεσματικής πρόσβασης σε υποστηρικτικές και βασικές υπηρεσίες για τα άτομα που δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους και της προώθησης της ένταξης στην αγορά εργασίας όσων μπορούν να εργαστούν.
Η σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την ανάπτυξη συνθηκών-πλαίσιο για την κοινωνική οικονομία εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2023 για την περαιτέρω ενίσχυση της προόδου προς την επίτευξη των στόχων του ΕΠΚΔ, βοηθώντας τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν τη νομοθεσία και τις πολιτικές τους στις ανάγκες της κοινωνικής οικονομίας.
Δεδομένου ότι αυξανόμενο ποσοστό των εργαζομένων απασχολείται από ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας, συχνά υπό παράτυπα ωράρια και στο πλαίσιο αλγοριθμικής διαχείρισης, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενέκριναν την οδηγία για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας σε πλατφόρμες.
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παρότι ο ρόλος του ήταν για μεγάλο χρονικό διάστημα περιορισμένος σε καθήκοντα απλής διαβούλευσης και εποπτείας, το Κοινοβούλιο είχε πάντα ενεργό συμμετοχή στην ανάπτυξη της δράσης της ΕΕ στον τομέα της πολιτικής για την απασχόληση και της κοινωνικής πολιτικής. Από τα πρώτα στάδια της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, το Κοινοβούλιο απηύθυνε εκκλήσεις για μια πιο ενεργό κοινωνική πολιτική που να αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη σημασία της Ένωσης στον οικονομικό τομέα, και υποστήριζε τις προτάσεις της Επιτροπής προς αυτή την κατεύθυνση. Η στενή συμμετοχή του Κοινοβουλίου στην προετοιμασία της Συνθήκης του Άμστερνταμ εξασφάλισε την ενσωμάτωση της συμφωνίας για την κοινωνική πολιτική και την προσθήκη κεφαλαίου για την απασχόληση.
Κατά τη διαμόρφωση της στρατηγικής της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο επέμεινε στον ρόλο που θα πρέπει να διαδραματίσουν η απασχόληση και οι κοινωνικές παράμετροι στον σχεδιασμό των στρατηγικών ανάπτυξης, και υποστήριξε ότι η παροχή ενός υψηλού επιπέδου κοινωνικής προστασίας πρέπει να κατέχει κεντρική θέση στη στρατηγική. Το Κοινοβούλιο έκρινε στη συνέχεια ότι η στρατηγική της Λισαβόνας δεν είχε θέσει αρκετά δεσμευτικούς στόχους στον κοινωνικό τομέα, καλώντας τα κράτη μέλη να παρακολουθούν στενά τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων που υλοποιούνται στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» στην απασχόληση και στον κοινωνικό τομέα. Κατά τη συζήτηση για την χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-08, το Κοινοβούλιο απηύθυνε σθεναρή έκκληση προς την ΕΕ να δεσμευθεί για τη διατήρηση των ευρωπαϊκών κοινωνικών μοντέλων και μια ισχυρή κοινωνική Ευρώπη.
Το Κοινοβούλιο έχει επιμείνει επανειλημμένως για την ενσωμάτωση του στόχου της απασχόλησης και των κοινωνικών στόχων στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, με το να καταστούν οι κοινωνικοί δείκτες δεσμευτικοί και να επεκταθούν ούτως ώστε να καλύπτουν την παιδική φτώχεια και την αξιοπρεπή εργασία.
Το Κοινοβούλιο έχει ασκήσει κριτική σε μέτρα όπως τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, που λαμβάνονται χωρίς τη συμμετοχή του. Τον Μάρτιο του 2014 το Κοινοβούλιο δήλωσε ότι μόνο θεσμικά όργανα με γνήσια δημοκρατική λογοδοσία θα πρέπει να καθοδηγούν την πολιτική διαδικασία σχεδιασμού προγραμμάτων προσαρμογής για χώρες με σοβαρές οικονομικές δυσκολίες.
Το Κοινοβούλιο έχει επίσης επιβεβαιώσει την προσήλωσή του στις κοινωνικές αξίες κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη χρήση των οικονομικών πόρων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Χάρη στο Κοινοβούλιο, κατά την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020 καλύφθηκε από το ΕΚΤ (2.3.2) το 23,1 % της συνολικής χρηματοδότησης της ΕΕ για τη συνοχή, ενώ το 20 % του μεριδίου του κάθε κράτους μέλους από το ΕΚΤ δαπανήθηκε σε δράσεις καταπολέμησης του κοινωνικού αποκλεισμού. Παρομοίως, για το ΕΚΤ+ για την περίοδο 2021-2027, το Κοινοβούλιο ενέκρινε διατάξεις για τη δέσμευση υψηλότερης χρηματοδότησης για επισιτιστική και υλική βοήθεια, επαρκή χρηματοδότηση για την ανάπτυξη ικανοτήτων για τους κοινωνικούς εταίρους και δικλείδες ώστε να διασφαλίζεται ότι τα έργα που χρηματοδοτούνται από κονδύλια της ΕΕ σέβονται πλήρως τα θεμελιώδη δικαιώματα.
Το Κοινοβούλιο διαδραμάτισε καίριο ρόλο στη δημιουργία της ευρωπαϊκής εγγύησης για τα παιδιά. Το 2015 ζήτησε να διασφαλιστεί ότι κάθε παιδί στην Ευρώπη που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού θα έχει πρόσβαση σε δωρεάν υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα, αξιοπρεπή στέγαση και επαρκή διατροφή. Το 2017 το Κοινοβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να υλοποιήσει προπαρασκευαστική ενέργεια για τη θέσπιση ενδεχόμενου συστήματος εγγύησης για τα παιδιά, ανοίγοντας τον δρόμο για το μέσο αυτό.
Στο ψήφισμά του σχετικά με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο του 2016, το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση για να δώσουν ώθηση στην κοινωνική σύγκλιση της Ένωσης. Επίσης, κάλεσε την Επιτροπή να καθορίσει και να ποσοτικοποιήσει την έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης. Στο ψήφισμά του σχετικά με την απασχόληση και τις κοινωνικές προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για το 2023, το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αναπτύξει μια αρχιτεκτονική οικονομικής διακυβέρνησης με βάση την αλληλεγγύη, την ένταξη, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη σύγκλιση, την ισότητα των φύλων, τις δημόσιες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένου ενός ποιοτικού συστήματος δημόσιας εκπαίδευσης για όλους, την ποιοτική απασχόληση και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Στο ψήφισμά του σχετικά με τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, παρότι συντασσόμενο πλήρως με τη σχετική πρωτοβουλία της Επιτροπής, το Κοινοβούλιο υπογραμμίζει τη σημασία της εφαρμογής ενός βασικού συνόλου δικαιωμάτων για όλους και καλεί τους κοινωνικούς εταίρους και την Επιτροπή να συνεργαστούν προκειμένου να υποβάλουν πρόταση για μια οδηγία πλαίσιο για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας.
Τον Ιούλιο του 2017, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και την επισφαλή απασχόληση, αναγνωρίζοντας την αυξανόμενη δημοτικότητα των μη τυπικών, άτυπων μορφών απασχόλησης. Το ζήτημα αυτό επισημαίνεται εκ νέου στο ψήφισμά του του Οκτωβρίου 2020 στο οποίο σημειώνεται ότι οι εργαζόμενοι σε άτυπες μορφές απασχόλησης ζημιώθηκαν ιδιαίτερα από τις επιπτώσεις της κρίσης της νόσου COVID-19, ενώ συχνά δεν λαμβάνονταν υπόψη στα μέτρα των κρατών μελών.
Το 2020 το Κοινοβούλιο καθόρισε τις προτεραιότητές του για μια ισχυρή κοινωνική Ευρώπη για δίκαιες μεταβάσεις, ζητώντας την ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και ενός πρωτοκόλλου κοινωνικής προόδου στις Συνθήκες, καλώντας τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να εγκρίνουν μια φιλόδοξη «Ατζέντα Πόρτο 2030» με δεσμευτικούς κοινωνικούς στόχους. Η έγκριση του πλαισίου για την κοινωνική οικονομία από το Κοινοβούλιο τον Νοέμβριο του 2023 ενισχύει περαιτέρω την πρόοδο προς την επίτευξη αυτών των στόχων.
Το 2021, εν μέσω της συνεχιζόμενης πανδημίας COVID-19, το Κοινοβούλιο ζήτησε μια νομοθεσία της ΕΕ που θα παρέχει στους εργαζομένους το δικαίωμα αποσύνδεσης από την εργασία εκτός του ωραρίου εργασίας τους. Στο πλαίσιο του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, το Κοινοβούλιο εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με τις σοβαρές κοινωνικές και εργασιακές επιπτώσεις της κρίσης, ιδίως για τους νέους. Υποστήριξε επίσης τη στροφή προς ένα βιώσιμο, ανθεκτικό και χωρίς αποκλεισμούς μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο στηρίζει την ανοδική κοινωνική σύγκλιση και ενισχύει τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ανθεκτικότητα της οικονομίας και των κοινωνιών της ΕΕ.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το θέμα αυτό, επισκεφθείτε τον ιστότοπο της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Samuel Goodger / Monika Makay